Λίγο πριν οδηγηθώ στην εμπορία ναρκωτικών ή στη ληστεία συνταξιούχων

169

Αγαπητό Ακρομόλιο

Τελείωσα το Λύκειο πριν από 3 χρόνια. Μπήκα κατ’ ευθείαν σε κατ’ οίκον εγκλεισμό και αυστηρή παρακολούθηση λόγω των μέτρων αντιμετώπισης των 6 καθημερινών θανάτων υπερηλίκων με covid 19. Έζησα επί δύο χρόνια με χαρτζιλίκι από τη γιαγιά, τηλεόραση και internet. Μετά πήγα στρατιώτης.

Απολύθηκα στην ώρα μου και επέστρεψα, ελεύθερος λοιπών υποχρεώσεων. ΤΩΡΑ ΘΕΛΩ ΝΑ ΖΗΣΩ! Πώς όμως;

Μου προσφέρουν μισθό από 350 έως 700 ευρώ για απασχόληση 6 έως 10 ώρες, σε δουλειές χωρίς σταθερότητα.  Δεν έχω καμία προοπτική να αγοράσω σπίτι ή έστω να νοικιάσω κάτι που να μην είναι τρώγλη και να απέχει δύο ώρες από τη δουλειά. Η απόκτηση αυτοκινήτου είναι μακρινό όνειρο, όπως και τον καιρό του παππού μου. Οικογένεια δεν μπορώ να φτιάξω. Καμιά ξεπέτα που και που και αυτή πολύ μου πέφτει.

Έκοψα τις σοκολάτες και τα παγωτά και τα ταβερνάκια. Κράτησα όμως το κινητό μου. Αγοράζω ρούχα από το κινέζικο και λαχανικά από τη λαϊκή, μετά τις 2 το μεσημέρι που τα δίνουν φτηνά, αντί να τα πετάξουν.

Απέκτησα νέα ενδιαφέροντα και σας τα συνιστώ. Πιάστε την κουβέντα με τον διπλανό σας όπως θα κάθεστε σε κάποιο παγκάκι. Είναι εξ ίσου αποβλακωτικό σα να βλέπετε τηλεόραση και επί πλέον δεν καίει ρεύμα. Πήγα σε κάποια διάλεξη όπου άκουσα ότι «Ένας εργαζόμενος που μπήκε στην αγορά εργασίας το 2009, σήμερα αντιμετωπίζει μια οικονομία χαμηλών μισθών, καμία προοπτική αγοράς σπιτιού, δύο χρόνια κοινωνικοποίησης που χάθηκαν λόγω του lockdown, πανάκριβους  λογαριασμούς και ενοίκια και μια ύφεση. Αυτό θα οδηγήσει σε περαιτέρω φτώχεια και απόγνωση».

Άκουσα, δηλαδή, να μου περιγράφουν τη ζωή  μου τα τελευταία 3 χρόνια και επί πλέον να μου πετάνε στη μούρη ότι το επόμενο στάδιο θα είναι η απόγνωση.

Σκέφτηκα πως «Κάτι δεν κάνω σωστά. Κάτι πρέπει να αλλάξω. Δεν ξέρω όμως τι». Έγραψα αυτό το γράμμα και το στέλνω σε σας μήπως και μου υποδείξετε κάποια ιδέα.

Γιώργος Δε……σης