της Γκέλη Ντηλιά*
Η Γκέλη Ντηλιά μας συστήνει τον Γιώργο Γιαννακόπουλο και το φιλοσοφικό του μυθιστόρημα «Ο τελευταίος κύκλος του Μιχαήλ», εκδόσεις Πηγή.
Θα αλλάξει ποτέ ο κόσμος; Θα αλλάξουμε εμείς;
Στο πρώτο του φιλοσοφικό μυθιστόρημα ο Γιώργος Γιαννακόπουλος καταπιάνεται με ζητήματα που έχουν απασχολήσει τον άνθρωπο από αρχαιοτάτων χρόνων μέχρι την εποχή μας και δίνει τροφή για σκέψη και ανατροφοδότηση.
Το κεντρικό πρόσωπο, ο Δημήτρης, ανακαλύπτει ξαφνικά πως κάποτε λεγόταν Μιχαήλ που γεννήθηκε στη χώρα των Κενταύρων, μετανάστευσε στη Βενετία και από εκεί έπλευσε στην Αρχαία Κόρινθο, στο Ναό του Απόλλωνα, αναζητώντας απαντήσεις στα υπαρξιακά του ερωτήματα.
Κορεσμένος από όλους και όλα αναζητά την αλήθεια που θα τον λυτρώσει και θα δώσει νόημα στη ζωή του. Σύμφωνα με το αξίωμα, όποιος ζητά, θα του δοθεί. Έχει τάσεις φυγής, αδιαφορώντας αν αυτή του η απόφαση θα είναι αρεστή. Αφήνοντας τα πάντα πίσω του από μια ατμόσφαιρα αδράνειας, ως παθητικός θεατής, περνάει στη δράση και την αντίδραση. «Θέλω να φύγω για ένα ταξίδι, θέλω να φύγω απ’ όλα αυτά, να ανοιχτώ σ’ ένα ταξίδι μακρινό…και είμαι πλέον αποφασισμένος να το κάνω…»
Η πλούσια σύζυγός του Λουκία δεν κατανοεί πλήρως αυτή του την απόφαση, κατηγορώντας τον μάλιστα ως αχάριστο για όσα πέτυχε με τη βοήθεια του πλούτου της. Έτσι όπως τον ακούει να μιλάει ακαταλαβίστικα, με τη δύναμη του ανθρώπου «που πρέπει να κινείται ανάμεσα σε γήινο και αιθερικό», δεν εμποδίζει το ταξίδι της αυτογνωσίας του.
Αν κάτι καίει τον Μιχαήλ είναι να ανταμώσει το πεπρωμένο, να ξεχρεώσει, να ξαλαφρώσει η ψυχή του. Έχει πιάσει πάτο. Είναι φυλακισμένος σε μια κατασκευασμένη πραγματικότητα. Ψάχνει το κλειδί που θα ανοίξει το συρτάρι του νου μαζί με τις απαντήσεις σε όσα τον βασανίζουν και τελικά θα τον οδηγήσει στην απελευθέρωση. Θέλει να βελτιώσει τη ζωή του, σε πρώτη φάση.
Είναι μόνος μπροστά στο αβέβαιο. Ψάχνει τον σκοπό της ζωής. Επιβιβάζεται με οδηγούς την ελπίδα, τον ενθουσιασμό και την παρόρμηση και με συντροφιά τη φωνή της ψυχής του.
Ο Μιχαήλ της Βενετίας θα αλλάξει ταυτότητα και θα γίνει Μιχαήλ ο Ταξιδευτής. Η σκέψη του σαλπάρει στο μέλλον και όσα αυτό του επιφυλάσσει. Συνομιλεί ονειρικά με το Φως της αποκάλυψης και το Πνεύμα του Σπηλαίου, αλλά δεν βλέπει φως γιατί νομίζει ότι θα το δει με τις αισθήσεις που αποτελούν ψευδαίσθηση. Για να δει το Φως πρέπει να το κάνει με το σώμα του, πρέπει να βεβαιωθεί ότι υπάρχουν Θεοί που σχηματίζουν τον Πυρήνα της Ζωής και από τις εκδηλώσεις του φτιάχνονται οι θνητές μορφές που είναι ατελείς ή ετερόφωτες. Μόνο που οι Θεοί θα του φανερωθούν στο μέγεθος που αντέχει καθώς στη παρούσα στιγμή είναι απαίδευτος και θα καταρρεύσει. «Μπορείς και πρέπει να ζητάς την επαφή σου με το Θείο…Μόνο ο ελεύθερος άνθρωπος μπορεί να έρθει πιο κοντά στο Θείο.»
Στη γη της πορτοκαλιάς και της ελιάς, τη Κόρινθο, αποβιβάζεται παλινδρομώντας στα ερωτηματικά της ανησυχίας. Αναγκαστικά θα εμπιστευτεί το άγνωστο. Θα συνομιλήσει με τον μύστη Τειρεσία που του εμφανίζεται ως τεράστια λευκή οπτασία. Όμως δεν θα του ζητήσει να μαντέψει τα μελλούμενα, πασχίζοντας να ξεπεράσει αυτή του τη θνητή ανάγκη που δηλώνει καθαρή αδυναμία.
Μια Νεράιδα τον νουθετεί για τις ψυχές που μοιάζουν με πεταλούδες που πάνω στα φτερά τους έχουν εικόνες της τωρινής εποχής που τη θέση τους θα πάρουν άλλες πεταλούδες με άλλες εικόνες στα φτερά τους. Όταν οι ψυχές ολοκληρώσουν την αποστολή τους επιστρέφουν εκεί που ξεκίνησαν όλα, στην Αιώνια Πηγή των Ιερών Ποταμών για να κλείσει ο κύκλος. Μια πανέμορφη πεταλούδα κοσμεί το εξώφυλλο, παραπέμποντας στο εφήμερο.
Πεζοπορώντας τελευταίες μέρες του Μαΐου για να φτάσει βραδιάτικα στο Ναό, βρίσκεται σε ένα δίλημμα ποιον δρόμο να ακολουθήσει. Όταν ο άνθρωπος είναι σε δίλημμα θέλει κάτι νέο να οικοδομήσει.
Ένας λευκοντυμένος άντρας, ο Ιερέας και φύλακας του Ναού του Απόλλωνα τον ενθαρρύνει να συνεχίσει το ταξίδι αρχίζοντας με μια επίσκεψη από του Πλούτωνα τα μέρη. Από το γήινο φως θα κατέβει στο σκοτάδι.
Στο βιβλίο αυτό ένας άντρας μπροστά σε ένα σταυροδρόμι αμφιβάλλει αν άξιζε τον κόπο αυτή η περιπλάνηση. Περνά από τις 5 πύλες της μύησης, συνομιλεί με 3 σοφούς Γέροντες και 3 Μούσες και μαθαίνει για τους 7 δρόμους της γνώσης.
Το βιβλίο βάφεται αρχικά με χρώματα μπλε, μολυβί, μαύρο και αυτό του φεγγαριού, ύστερα με ασημί, πράσινο της ελιάς και των αγριόχορτων και μετά κόκκινο, πορτοκαλοκόκκινο και γαλάζιο του ουρανού.
Ο Μιχαήλ καταλαβαίνει ότι το ζητούμενο δεν είναι η ευκολία απόκτησης του οτιδήποτε, αλλά η αντίσταση στο επιφανειακό. Αυτή τη ζωή τη βαρέθηκε και δεν τον αφορά. Η ψυχή τον βοηθά να μην ξεστρατίσει υπενθυμίζοντάς του ότι «…ήρθε η στιγμή να πληρώσεις το τίμημα για το σκοτάδι που σου άρεσε να ζεις στο παρελθόν αδιαφορώντας, εξαπατώντας κι ευτελίζοντας αυτούς που σ’ αγαπούσαν κι αυτούς που σε είχαν ανάγκη.»
Το βιβλίο θα δημιουργήσει τον προβληματισμό ότι ο άνθρωπος, μια έκφραση του απείρου, για να ξεχάσει πως είναι ατελής σε ένα ατελές σύμπαν έχει ανάγκη να ονειρεύεται.
Οι οντότητες που θα συναντήσει ο Μιχαήλ θα αποπειραθούν να τον παραπλανήσουν να επιλέξει την ίντριγκα, τον δόλο, τη διαπλοκή για να ανελιχθεί, αλλά ο Ιερέας θα τον επαναφέρει υπενθυμίζοντάς του από πού ξεκίνησε και τι ψάχνει. Μαζί του ο Αγγελιοφόρος των Θεών θα του προτείνει να μη βιάζεται για τις απαντήσεις καθώς πρέπει να απεκδυθεί το γήινο Εγώ του, που «θα πρέπει να το δεις σαν ένα ρούχο που το φοράς καθημερινά, με αυτό κινείσαι, με αυτό κοιμάσαι και ξυπνάς, αλλά όμως θα πρέπει το συντομότερο να το βγάλεις από πάνω σου σαν κάτι περιττό, σαν κάτι δυσανάλογο, κάτι που σε πνίγει χωρίς να το καταλαβαίνεις…»
Δεν πρέπει κάποιος να ψάχνει με βάση τη λογική και το απτό που ανήκουν στη σκοτεινή πλευρά του σύμπαντος. Οι απαντήσεις έρχονται αδειάζοντας το νου και κάνοντας το άλμα του καθαρού, το άλμα του αγκαθιού, της δύναμης, της ταπεινότητας μα πάνω από όλα του ονείρου και της νιότης και για να γίνει αυτό πρέπει να πηδήξει πάνω από το κενό και όπως ο συγγραφέας συμβουλεύει, «…εσύ πρέπει να αλλάξεις, για ν’ αλλάξει ο κόσμος.»
Το βιβλίο με λόγο άμεσο και ειλικρινή και γραφή που ρέει, διανθίζεται με λεπτοδουλεμένους διαλόγους και παραστατικές εικόνες και μπορεί να βρει μια θέση δίπλα σε εκείνα του Πάολο Κοέλιο, επειδή με παρεμφερή τρόπο προσεγγίζει και πραγματεύεται νοήματα πυκνά και διαχρονικά. Δίνει απαντήσεις σχετικά με τον ρόλο του σώματος, τον ρόλο του πλούτου, τον ρόλο του θανάτου και τον ρόλο του Κάλλους, ενώ η ψυχή το μόνο που ζητά είναι η αλήθεια μέσω της αρετής. Η Αλήθεια ήταν κόρη του Δία και της Αρετής που ήταν τροφός του Απόλλωνα. Ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής στο «Περί διαφόρων απόρων» αναφέρει, «Δια την αλήθειαν εστίν η αρετή, αλλ’ ου δια την αρετήν η αλήθεια.» Η αρετή βαδίζει χέρι με χέρι με την αλήθεια που αποτελεί μια πραγματικότητα, ένα γεγονός. Ετυμολογικά προέρχεται από α-λήθη=λησμονιά ή από το λήθω=λανθάνω ( μου διαφεύγει). Η αλήθεια του καθενός είναι όσα αισθάνεται και πιστεύει. Έκαστος και η αλήθεια του. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα, οι άνθρωποι χρησιμοποιούν τις αισθήσεις τους για να συλλάβουν την αλήθεια τους, όμως εξαπατώνται από αυτές.
Ένα ταξίδι δεν αφήνει ποτέ ανέγγιχτο όποιον το τόλμησε. Ο Μιχαήλ από Ταξιδευτής θα γίνει Μιχαήλ ο Μαθητής. Θα μάθει για την αξία της πίστης που γεννάει δύναμη, για το Κάλλος που σημαίνει αρμονία εν τούτοις καταστρέφεται όταν αποσυντίθεται η αγάπη. Κατά τη διάρκεια της μύησης θα γίνει Δάσκαλος αφού θα αποδεχτεί με σεμνότητα και επίγνωση την αλλαγή του χωρίς αντίσταση. Ο Μιχαήλ της Βενετίας πέθανε από τη στιγμή που αποφάσισε να φύγει και να περιπλανηθεί, ως ύψιστη πράξη ευθύνης απέναντι στον εαυτό του.
Ο συγγραφέας σε κάποιο σημείο προς το τέλος του βιβλίου αναφέρει με υπέροχο τρόπο ότι ο άνθρωπος ερωτεύεται «…όταν θέλει να εκφράσει ευγνωμοσύνη για το δώρο της ζωής…», ανταποδίδοντας έτσι το καλό που εισέπραξε.
Ο κύκλος του Μιχαήλ θα κλείσει με γνώση στη θέση της άγνοιας, με καθαρότητα στη θέση του σκοταδιού και με συναισθήματα χαράς και έκστασης.
Κάθε ανασφάλεια μοιάζει με φυλακή. Ο ήρωας του βιβλίου δεν έχει πια καμία ανασφάλεια. Με το νου θα βαδίσει 7 δρόμους που έκαστος θα του αφήσει το αποτύπωμά του με τον τελευταίο να του διδάσκει «…Ποτέ μην κρίνεις, γιατί δεν ξέρεις τι κουβαλάει ο καθένας, σκέψου πολλές φορές πριν κρίνεις κάποιους…».
Το ταξίδι του Μιχαήλ δεν θα γινόταν αν το παιδί που ακόμη ανέπνεε μέσα του δεν ζητούσε ένα παιχνίδι με το φως. Η πένα του Γιώργου Γιαννακόπουλου φωτίζει τον δρόμο του αναγνώστη να τολμήσει ένα τέτοιο παιχνίδι.
Προσωπικά το τελείωσα σε 2 ημέρες. Μου ήταν αδύνατο να το αφήσω από τα χέρια μου. Πλέον μηρυκάζω τα διδάγματα του βιβλίου καθημερινά σαν χρέος προς τον εαυτό μου, όπως ακριβώς και ο Μιχαήλ που μέσα από τη φιλοσοφημένη γραφή του Γιώργου Γιαννακόπουλου προσφέρει τεκμηριωμένες απαντήσεις σε όποιον τις χρειάζεται.
*Η Γκέλη Ντηλιά είναι Βολιώτισσα βραβευμένη ποιήτρια και συγγραφέας που κατοικεί στο Ναύπλιο. Η πρόσφατη ποιητική συλλογή της με τίτλο «XL» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος.