Κρίση εμπιστοσύνης προς…

78

γράφει ο Δημήτρης Κρανιάς

Πολύς λόγος γίνεται για ένα ανύπαρκτο αντιεμβολιαστικό «κίνημα». Οι άνθρωποι που αντιτίθενται στο εμβόλιο της Covid19 δε είναι ένα ενιαίο σύνολο που στη βάση μιας ιδεολογικής η επιστημονικής αντίληψης συγκροτούν κάποιο κίνημα. Ξεκινούν από διαφορετικές αφετηρίες, έχουν μόνο κοινό σημείο την αντίθεση τους στο εμβόλιο της Covid19 μιας και υποθέτω ότι εμβολιάζουν τα παιδιά τους για σειρά ασθενειών  όντας οι ίδιοι προστατευμένοι από τα παιδικά τους χρόνια από σειρά εμβολίων. Και προφανώς σε αυτούς δεν εντάσσονται όσοι φοβούνται η προβληματίζονται για το συγκεκριμένο εμβόλιο.

Όπως σε κάθε διαχείριση κρίσης και παρά την αναμφίβολα μεγάλη και σοβαρή προσπάθεια που κατέβαλε η πολιτική ηγεσία και όλοι οι εμπλεκόμενοι, του υγειονομικού προσωπικού περιλαμβανόμενου φυσικά, έγιναν λάθη, υπήρξαν παραλείψεις καθώς και αντιφατικές κινήσεις που θόλωναν ένα πολύ καθαρό μήνυμα αφήνοντας το περιθώριο για σύγχυση γύρω από το θέμα του εμβολιασμού.

Η κρίση εμπιστοσύνης που δημιουργήθηκε και αποτυπώνεται σε τμήμα της κοινωνίας είναι αυτή που σταδιακά οδήγησε σε αμφισβήτηση του εμβολιασμού από αυτούς και τους έδωσε το περιθώριο μιας αντίστοιχης προπαγάνδας. Η αρχή όμως είχε γίνει νωρίτερα. Θυμίζουμε την προσδοκία έλευσης ενός εμβολίου το πρώτο εξάμηνο του 2020 και τον καταιγισμό των ειδήσεων γύρω από την εξέλιξή του εκείνη την περίοδο.

Δημήτρης Κρανιάς. Οδοντίατρος, τ. Βουλευτής Νέας Δημοκρατίας

Το πρώτο ρήγμα εμπιστοσύνης του κόσμου προκλήθηκε με τη χρήση της μάσκας. Έγκριτοι επιστήμονες συμμετείχαν για μήνες στην αποφυγή χρήσης της μάσκας από υγιείς για να φτάσουμε λίγο καιρό μετά στην υποχρεωτική καθιέρωση χρήσης της ακόμη και σε ανοιχτούς χώρους.Η πρώτη ζημιά ήταν ήδη γεγονός με την εμπλοκή της επιστημονικής κοινότητας στην προσπάθεια αντιμετώπισης της έλλειψης ικανού αριθμού μασκών, πράγμα που ήταν απολύτως φυσιολογικό όπως είχαν εξελιχθεί τα πράγματα σε όλες τις χώρες.

Η ενημέρωση για τα εμβόλια ήταν ο επόμενος σταθμός που άφησε κενά αλλά και δημιούργησε υπέρμετρες προσδοκίες επιλέγοντας τον κωδικό «ελευθερία», που όμως θα περιοριζόταν σύντομα από την ύπαρξη των αναμενόμενων μεταλλάξεων και την επακόλουθη αναγκαιότητα έντασης των μέτρων κοινωνικής αποστασιοποίησης. Η απουσία στοχευμένης ενημέρωσης σε υγειονομικό προσωπικό, που είναι οι φυσικοί συμμέτοχοι της προσπάθειας σε συνδυασμό με μια αλυσίδα εγκυκλίων ξύλινης γλώσσας με γραφειοκρατικό άρωμα έφερε τα γνωστά αποτελέσματα με τον προβληματισμό μέρους αυτού του προσωπικού την ώρα που χρειαζόταν η ενεργητική συμμετοχή του, καθώς αυτοί οι άνθρωποι αποτελούν αποδέκτες ερωτήσεων από τον κοινωνικό τους περίγυρο και όχι μόνον. Η ενημέρωση των υγειονομικών στηρίχθηκε στη φιλότιμη προσπάθεια κάποιων γιατρών, που πήραν επάνω τους την προσπάθεια στους εργασιακούς τους χώρους.

Η υπόλοιπη ενημέρωση αφορούσε το ευρύ κοινό και στηρίχθηκε σε μια μικρή ομάδα, ίσως όχι πάνω από δέκα άτομα, που μονοπώλησαν την δημόσια επικοινωνία μαζί με επίσημους εκπροσώπους και δημοσιογράφους που εξαντλούσαν τις τοποθετήσεις τους σε έναν εισαγγελικό και καταγγελτικό λόγο για τους ανεμβολίαστους. Η αλαζονείια της γνώσης όμως δεν κατοχυρώνει πάντα την αυθεντία της γνώμης.

Η διαχείριση της πληροφορίας όσον αφορά τον αριθμό των εμβολισμών που πραγματοποιήθηκαν αλλά και οι παρενέργειες που παρουσιάστηκαν ως αμελητέες αφενός δημιούργησε ένα κλίμα υπεραισιοδοξίας και αφετέρου δεν απάντησε πειστικά στις ανησυχίες του κοινού, που ήταν εύκολο θύμα παραπληροφόρησης. Η απώλεια κάθε ανθρώπινης ζωής ανεξάρτητα από την αιτία της έχει αυτόνομη βαρύτητα και σημασία. Οι αριθμοί όμως δείχνουν τις αιτίες. Στα 100.000 κρούσματα 5.000 καταλήγουν ενώ στον αντίστοιχο αριθμό εμβολιασμών οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν σοβαρές ανεπιθύμητες ενέργειες είναι ένας έως δύο. Παράλληλα αδιευκρίνιστος παραμένει ο αριθμός των ασθενών  που παρουσιάζει διάφορα συμπτώματα για πολύ χρόνο μετά την αποδρομή του ιού (longcovid).

Σήμερα όμως είμαστε σε μια άλλη μέρα. Στο μέσον του καλοκαιριού με την τουριστική κίνηση στο ζενίθ της, η ενίσχυση του εμβολιασμού και τα διαχειριστικά μέτρα κατά τόπους μάλλον είναι μοναδική επιλογή.

Τον επόμενο μήνα όμως επανερχόμαστε σε μια τραυματισμένη κανονικότητα. Ο αριθμός των ανεμβολίαστων υγειονομικών παρότι ως ποσοστό είναι μικρό, ως απόλυτοι αριθμοί τρομάζουν. Παραμένει αναπάντητο το πως θα λειτουργήσει επί του πρακτέου η αναστολή εργασίας καθώς και οι συνέπειές της σε νομικό και κοινωνικό επίπεδο.

Οι εκπαιδευτικοί εκ των πραγμάτων έρχονται σε επαφή με ένα κοινό κατά τεκμήριο ανεμβολίαστο και σχολεία που δεν μπορούν να μείνουν με τηλε-εκπαίδευση για τρίτη χρονιά. Έχουν μείνει αναξιοποίητες δυνάμεις σε αυτήν την προσπάθεια. Τα σχολεία πρέπει να ξεκινήσουν εντάσσοντας  στα προγράμματά τους επισκέψεις από υγειονομικό προσωπικό που θα ενημερώνει τα παιδιά στη γλώσσα τους, θα λύνει απορίες , θα προωθεί όλους τους τρόπους προστασίας και θα διατηρεί ανοιχτή επικοινωνίας για όλες τις εξελίξεις στο θέμα της πανδημίας.

Η λειτουργία των κλειστών χώρων δεν μπορεί να συνεχιστεί επιβεβαιώνοντας τον επιθετικό προσδιορισμό τους. Οι χώροι διασκέδασης, εστίασης, θεάματος θα οδηγηθούν σε οριστική διάλυση αν περιοριστεί κι άλλο ο χρόνος λειτουργίας τους με επιπτώσεις σε πολλαπλούς τομείς της οικονομίας και της εργασίας.

Είμαστε στο σημείο που χρειάζεται να γίνει «ταμείο». Πραγματική και απόλυτα διαφανής αποτίμηση της κατάστασης, που να περιλαμβάνει γενναία αυτοκριτική. Και αυτό με στόχο την κατάκτηση της εμπιστοσύνης της κοινωνίας. Η αύξηση του αριθμού των εμβολιασμένων  και η αποδυνάμωση των αρνητών είναι μέρος της ενίσχυσης της εμπιστοσύνης των πολιτών στην πολιτεία και τους θεσμούς της.

Ήλθε η ώρα να μιλήσουμε απλά, χωρίς καταγγελίες, με εύκολη πρόσβαση στα στοιχεία, με διαφάνεια στην αντιμετώπιση των προβλημάτων που υπάρχουν και συστηματική εκπαίδευση αυτών που είναι πραγματικοί επηρεαστές της κοινής γνώμης και προφανώς όχι τους influencers -σούργελα που θεωρούν ότι η trashTV καθορίζει την πορεία της χώρας σε μια πραγματικά δύσκολη συγκυρία.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα λανθασμένης στρατηγικής αποτελεί η προσπάθεια (από ποιους άραγε;) ταύτισης της εκκλησίας με τους αντιεμβολιαστές. Παρότι είναι γνωστό ότι το ράσο δεν κάνει τον παπά επιχειρήθηκε μια ρήξη με το θρησκευτικό συναίσθημα αγνοώντας την ενισχυτική και συναινετική στάση της εκκλησίας ακόμη και σε  περιόδους κορυφαίων θρησκευτικών εορτών. Αργήσαμε να καταλάβουμε ότι η ορθόδοξη χριστιανική εκκλησία αποτελεί φυσικό σύμμαχο της χώρας ανεξάρτητα από το ποιος κυβερνά τον τόπο.

Η επιχείρηση «εμπιστοσύνη» έχει πολύ δρόμο ακόμη και μπορεί να αφήσει θετικό αποτύπωμα στην ζωή των πολιτών για πολλά άλλα θέματα ακόμη. Απαιτεί υπομονή, πίστη, αισιοδοξία και εκτίμηση της αξίας του κάθε πολίτη.