Συνέντευξη του Προέδρου της ΕΑΑΣ, στρατηγού ε.α. Σταύρου Κουτρή, στην κα Ελένη Καραπάνου “ΤΥΠΟΣ ΗΠΕΙΡΟΥ”, φύλλο 12-13 Σεπτεμβρίου 2020
ΕΡΩΤΗΣΗ: Στρατηγέ, πριν από λίγες ημέρες γιορτάστηκε στο Γράμμο με τη συμμετοχή και της Ένωσής σας, η επέτειος συντριβής του λεγόμενου «Δημοκρατικού Στρατού» και η μνήμη των πεσόντων στρατιωτών. Είναι απαραίτητο αυτό στην εποχή μας;
Κυρία Καραπάνου κατ’ αρχήν επιτρέψτε μου να σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μου δίνεται να επικοινωνήσω με τους αναγνώστες σας.
Ακολούθως απαντώ στην ερώτησή σας.
Η Ένωση Αποστράτων Αξιωματικών Στρατού της οποίας είμαι εκλεγμένος Πρόεδρος οργανώνει εδώ και δεκαετίες αυτό το σεμνό μνημόσυνο στη μνήμη των νεκρών σε εκείνο τον αδελφοκτόνο πόλεμο. Η Ελληνική Πολιτεία κάλεσε χιλιάδες παιδιά της να αμυνθούν ιερών και οσίων και αυτά “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι” θυσίασαν νιάτα, αρτιμέλεια ακόμη και τη ζωή τους πολεμώντας αδέλφια τους. Η Ε.Α.Α.Σ. θεωρεί ότι για να έχουμε το ηθικό δικαίωμα να προσκαλέσουμε και στο μέλλον τα παιδιά μας σε ανάλογους αγώνες, οφείλουμε να τιμούμε τους πιστούς του παρελθόντος.
Το ΚΚΕ και εν γένει η Αριστερά αυτές τις εκδηλώσεις τις χαρακτηρίζει ως εμφυλιοπολεμικές και γιορτές μίσους, ενώ τις δικές της ως γιορτές μνήμης. Ποιες είναι οι δικές σας εκτιμήσεις;
Εδώ παίζεται ένα μεγάλο παιχνίδι ψυχολογικών επιχειρήσεων εκ μέρους του ΚΚΕ και της ευρύτερης αριστεράς και μάλλον επιτυχημένα, αν κρίνουμε εκ του αποτελέσματος. Και αυτό με τη χρήση βέβαια του κατάλληλου λεξιλογίου. Γίνομαι σαφέστερος.
Για πολλά χρόνια δυστυχώς έγινε προσπάθεια από τον ηττημένο στο πεδίο των μαχών διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, κατασυκοφάντησης του νικητού, της Ελληνικής Πολιτείας και του Ελληνικού Στρατού, δημιουργίας συμπλεγμάτων στο νικητή και ψυχολογικής καταπίεσης σε όποιον τολμούσε να θυμάται και να μιλά. Να τιμά τους αγώνες σύσσωμου του Έθνους εναντίον μιας μικρής μερίδας Ελλήνων με σαφή και έντονη κομματική ταυτότητα και των ακολούθων τους, άλλων αυτοπροαιρέτως συνταχθέντων, άλλων εξαπατηθέντων, άλλων βιαίως στρατολογηθέντων, άλλων εκβιασθέντων και με την συμβολή ξένων μαχητών από γειτονικά κράτη.
Η Ελληνική Πολιτεία είναι μία και έχει ιστορική συνέχεια. Η Δημοκρατική Κυβέρνησή της διέταξε τον Ελληνικό Στρατό να αντιμετωπίσει ανταρσία και αυτός στηριζόμενος από όλο τον Ελληνικό λαό εξετέλεσε το καθήκον του πολεμώντας επί τριετία και δίνοντας τις αποφασιστικές μάχες το Καλοκαίρι του ’49 στο Βίτσι και στο Γράμμο. Οι νίκες σ’ αυτά τα δύο βουνά/κάστρα δίκαια χαρακτηρίστηκαν ως “Νίκη του Έθνους”.
Ο αδελφοκτόνος πόλεμος της 10ετίας του ’40 άφησε βαθιά διχαστικά σημάδια στους Έλληνες, την κοινωνία και την πολιτική για δεκαετίες. Η Ελληνική Πολιτεία ειδικά μετά την Μεταπολίτευση αγκάλιασε αυτούς που έκαναν την ανταρσία εναντίον της και κήρυξε την ανάγκη συμφιλίωσης. Είναι πασίγνωστη και με ιδιαίτερο πολιτικό μήνυμα η χειραψία του Στρατηγού Θρασύβουλο Τσακαλώτου με τον αντίπαλό του Μάρκο Βαφειάδη, Σιγά-σιγά η πολιτική ζωή του τόπου εξομαλύνθηκε και η κοινωνία ειρήνευσε.
Πολιτική εξομάλυνση όμως δεν σημαίνει ιστορική διαστρέβλωση που επί πολλά χρόνια επιχειρείται από την πλευρά των ιστορικά ηττημένων, ούτε ωραιοποίηση αγώνων που ανελήφθησαν για λάθος λόγους, σε λάθος χρόνο, εναντίον αδελφών, με εκμετάλλευση αγνών αισθημάτων συμπατριωτών μας.
Πολιτική εξομάλυνση δεν σημαίνει ιστορική λήθη, διότι η λήθη μπορεί να εξελιχθεί σε νόσο. Το ζητούμενο δεν μπορεί να είναι να ξεχάσουμε, αλλά να θυμόμαστε χωρίς μίσος και ας πονάμε.
Πολιτική εξομάλυνση δεν σημαίνει εφαρμογή της τακτικής “φωνάζει ο κλέφτης για να φοβηθεί ο νοικοκύρης”. Δεν μπορεί ο ιστορικά φταίχτης να προσπαθεί να λασπώσει τις τελετές μνήμης και τα σεμνά μνημόσυνα προς τους ηρωικούς νεκρούς ονομάζοντάς τες “γιορτές μίσους”, ενώ αυτός θέλει να διατηρεί το δικαίωμα να κάνει πορείες σε μονοπάτια δήθεν ηρωικών διαδρομών και να γιορτάζει το διεθνώς καταδικασμένο παιδομάζωμα, αλλάζοντας το νόημά του. Ούτε μπορεί να εκφοβίζει την Πολιτεία, όταν αποφασίζει να τιμήσει τους νεκρούς της.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Η κυβέρνηση όμως μάλλον υιοθέτησε τις απόψεις του ΚΚΕ, αφού ακύρωσε την παρουσία του υφυπουργού Άμυνας κ. Στεφανή στις εκδηλώσεις. Πως κρίνετε το γεγονός;
Επιτρέψτε μου να κοινοποιήσω και από την έγκριτο στήλη σας την επιστολή που φέτος απέστειλα προς την πολιτειακή, πολιτική και στρατιωτική ηγεσία κατ’ εντολή του Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης:
“Πριν από 71 χρόνια στις κακοτράχαλες πλαγιές του Γράμμου, έληξε μια από τις χειρότερες περιόδους της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας. Η Ελληνική Πολιτεία κάλεσε χιλιάδες παιδιά της να αμυνθούν ιερών και οσίων και αυτά “τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι” θυσίασαν νιάτα, αρτιμέλεια ακόμη και τη ζωή τους πολεμώντας αδέλφια τους.
Η Ε.Α.Α.Σ. θεωρεί ότι για να έχουμε το ηθικό δικαίωμα να προσκαλούμε και στο μέλλον τα παιδιά μας σε ανάλογους αγώνες, οφείλουμε να τιμούμε τους πιστούς του παρελθόντος.
Γι’ αυτό θα τελέσουμε μνημόσυνο υπέρ της αναπαύσεως των ψυχών όλων των πεσόντων κατά τις επιχειρήσεις 1946-49 την Κυριακή 30 Αυγούστου 2020 και ώρα 10.30 π.μ. στη Βούρμπιανη Κονίτσης.
Η Παρουσία σας θα αποτελέσει ιδιαίτερη τιμή”.
Ο κ. Πρωθυπουργός είχε την ευγενή καλοσύνη να μου απαντήσει με επιστολή του Γενικού Γραμματέα του Πρωθυπουργού κ. Γρηγόρη Δημητριάδη ότι στην εκδήλωση “…θα παραστεί και θα καταθέσει στεφάνι, ως εκπρόσωπος του Προέδρου της Ελληνικής Κυβέρνησης, ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, κ. Αλκιβιάδης Στεφανής…”.
Ο κ. Υφυπουργός με ειδοποίησε ότι υπηρεσιακοί λόγοι δεν του επέτρεπαν να παραστεί. Δεν μπορώ να σχολιάσω το γεγονός ούτε βιάζομαι να βγάλω συμπεράσματα, όπως αυτά που υπονοούνται στην ερώτησή σας. Ίσως θα έπρεπε να απευθύνετε την ερώτηση προς τον κ. Πρωθυπουργό.
Υπάρχουν ορισμένοι που διατείνονται ότι από τότε πέρασαν περί τα ογδόντα χρόνια και πως άλλα πρέπει να μας απασχολούν, προ παντός δε τους νέους και όχι οι «εμφυλιοπολεμικές» μνήμες. Εσείς τι λέτε, ήταν εμφύλιος, πρέπει να δούμε αλλιώς το θέμα, έστω κι αν το ΚΚΕ επιμένει στις θέσεις του;
Ο μέγας Περικλής στον πασίγνωστο επιτάφιο λόγο του αναφερόμενος στην επιμνημόσυνη τελετή που τελούσαν οι Αθηναίοι για τους νεκρός του 1ου έτους του Πελοποννησιακού Πολέμου δηλώνει:
“… Εγώ δε τολμώ να πιστεύω πως άνδρες που δοξάστηκαν με τα έργα τους, με έργα μόνο θα ταίριαζε να τιμηθούν, έργα όπως η δημόσια αυτή ετοιμασία που βλέπετε εδώ …”
Όσα χρόνια και αν περάσουν οι οφειλόμενες τιμές σε αυτούς που έκαναν την υπέρτατη θυσία για την Πατρίδα δεν μπορεί να ατονούν. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας τελούσαν τους Μαραθώνιους αγώνες επί αιώνες μετά την ένδοξη μάχη στο Μαραθώνα προς τιμή των 192 οπλιτών-πολιτών που θυσίασαν τη ζωή τους στην αντιμετώπιση του Ασιάτη εισβολέα.
Το ΚΚΕ έκανε τότε ένα τραγικό λάθος, που αναγνώρισαν οπαδοί του, αλλά όχι το ίδιο. Με την έναρξη της ανταρσίας του, που θεώρησε “επανάσταση” κατά τα λενινιστικά πρότυπα, οδήγησε τους Έλληνες σε ένα αδελφοκτόνο πόλεμο, αιματοκύλισε τη χώρα, προξενώντας ασύλληπτες υλικές καταστροφές και δημιουργώντας χιλιάδες ανθρώπινα ράκη. Οι νικητές συγχωρέσανε, άλλωστε ο δικαιωμένος νικητής δεν έχει κάτι να φοβάται, ούτε επιτρέπεται να αντιμετωπίζει την ιστορία συμπλεγματικά. Αυτός που πρέπει επί τέλους να δει αλλιώς το θέμα είναι το ΚΚΕ και όσοι υποστηρίζουν τις θέσεις του. Ας αναγνωρίσουν επίσημα το σφάλμα τους, ώστε να πάψει επιτέλους η Ύβρις, να επέλθει η Νέμεσις και να μπορούμε όλοι μαζί πραγματικά γαληνεμένοι να βρισκόμαστε κάθε χρόνο πάνω από τους τάφους των νεκρών μας, να θυμόμαστε, να τιμούμε, να δακρύζουμε για το κακό και να βροντοφωνάζουμε “ποτέ ξανά”.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Κατά την άποψή σας, η Πολιτεία απέδωσε τις τιμές που αξίζουν οι αγωνιστές που υπερασπίστηκαν την Πατρίδα; Και αν όχι, ποια εξήγηση δίδετε;
Η Πολιτεία για 10ετίες τίμησε τους νεκρούς της, αλλά αργότερα αποφάσισε να απέχει ως ένδειξη καλής θέλησης προς την αντίπαλη πλευρά. Βέβαια αναρωτιέμαι δεν ήταν καλή θέληση όλες οι ενέργειες που έμπρακτα απέδειξαν τη συγγνώμη της έπρεπε να απέχει και από το μνημόσυνο υπέρ των νεκρών ηρώων της; Την ενέργεια αυτή θεωρώ υπερβολική.
Παρά την κήρυξη της συμφιλίωσης από την Πολιτεία συνέβη το παράδοξο. Οι τότε ηττημένοι αποδέχτηκαν την προσφορά της, αλλά ποτέ δεν έκαναν την αυτοκριτική τους, ούτε ζήτησαν συγγνώμη από τον Ελληνικό λαό για τα κακά που συσσώρευσαν στην Πατρίδα. Προσπάθησαν να δικαιολογήσουν τον αγώνα τους ξαναγράφοντας την ιστορία, οργανώνοντας εκδηλώσεις και τελετές “μνήμης”, ωραιοποιώντας τον αγώνα τους, καταδικάζοντας ως “γιορτές μίσους” τις καθιερωμένες τελετές των νικητών πετυχαίνοντας τελικά την αποχή της επίσημης Πολιτείας από αυτές. Από την άλλη, μεγάλη μερίδα των νικητών ένιωσε αυτή την αποχή ως ιεροσυλία, ένιωσε αδικημένη από τις εξελίξεις, ένιωσε ότι ο νικητής στο πεδίο χάνει στο δημόσιο λόγο και στις διάφορες ομιλίες που εκφωνούνται κάθε χρόνο είναι εμφανής αυτή η πικρία και η προσπάθεια να επανατοποθετηθεί η ιστορική και πολιτική πραγματικότητα. Αμφότερες οι πλευρές ξαναχρησιμοποιούν τις εκφράσεις που κατά κόρον έδωσαν ο ένας στον άλλο τότε συντηρώντας το διχαστικό κλίμα.
Η Ε.Α.Α.Σ. θέλησε πρώτη φέτος να ξεφύγει από αυτό το κλίμα και χωρίς να αποδέχεται διαστρέβλωση της ιστορικής αλήθειας θέλησε να δώσει άλλον τόνο στις εκδηλώσεις.
ΕΡΩΤΗΣΗ: Η Ελλάδα βρίσκεται πάλι αντιμέτωπη με την Τουρκική επιθετικότητα. Τι λέτε, ποιες πιθανολογείτε ότι θα είναι οι εξελίξεις; Πως βλέπετε τους χειρισμούς της κυβέρνησης και με το ΣΥΡΙΖΑ να επιμένει ότι η συμφωνία με τα Σκόπια ισχυροποίησε τη θέση της χώρας;
Η Τουρκική επιθετικότητα δεν είναι κάτι που συνέβη ξαφνικά σαν “κεραυνός εν αιθρία”. Συμβαίνει όλο το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα και βέβαια μετά την Κυπριακή τραγωδία του ’74 εντάθηκε και σε αυτά τα 46 χρόνια παρουσιάζεται εξελισσόμενη διαρκώς «επί τα χείρω». Έχει προσλάβει χαρακτήρα πλήρους αναθεώρησης των διεθνών συνθηκών που διέπουν τις μεταξύ μας σχέσεις (ο κ. Ερντογάν δεν “ντράπηκε” να μας το πει κατάμουτρα μέσα στο Προεδρικό Μέγαρο παρουσία του κ. Προέδρου της Δημοκρατίας). Η Τουρκία σήμερα δεν σέβεται το διεθνές δίκαιο, έχει στρατιωτικοποιήσει πλήρως τις ενέργειές του προσπαθώντας να μας παρασύρει σε ένοπλη σύρραξη, θεωρώντας ότι είναι ισχυρότερος στρατιωτικά και ότι έτσι θα επιτύχει τα αποτελέσματα που θέλει στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Σήμερα υπάρχουν οι εξής διαφοροποιήσεις σε σχέση με το παρελθόν:
Παλαιότερα η Τουρκία θεωρούσε ότι ο χρόνος δουλεύει υπέρ της και θα μπορούσε σταδιακά να κερδίσει από τη χώρα μας ότι θέλει στον κατάλληλο χρόνο, όταν η Ελλάδα “θα έπεφτε σαν ώριμο φρούτο” (προσέγγιση Οζάλ). Σήμερα ο κ. Ερντογάν βιάζεται να έχει ένα γρήγορο αποτέλεσμα καθόσον:
Θεωρεί ότι του ανοίγεται ένα “παράθυρο ευκαιρίας” μέχρι το τέλος του χρόνου λόγω των αμερικανικών εκλογών.
Θεωρεί ότι τώρα είναι ισχυρότερος στρατιωτικά και η οικονομία του ακόμη αντέχει.
Επιθυμεί να έχει αλλαγή συνόρων μέχρι το 2023 που θα γιορτάσει την εκατονταετηρίδα της Τουρκικής Δημοκρατίας, ώστε να μπορεί να καταγραφεί στην Τουρκική ιστορία ως ο ηγέτης που μεγάλωσε την Τουρκία σε αντίθεση με τον Κεμάλ Ατατούρκ που την “μίκρυνε”.
Είναι απόλυτος πολιτικός κυρίαρχος στο εσωτερικό της χώρας του, μπορεί να αποφασίζει εύκολα μόνος του και η αίσθηση αυτή παντοδυναμίας τον επηρεάζει στη λήψη αποφάσεων στις διεθνείς σχέσεις, όπου όμως δεν είναι παντοδύναμος.
Ο κ. Ερντογάν έχει σηκώσει τόσο ψηλά τον πήχη των απαιτήσεών του που θα είναι αφ’ ενός μεν είναι πολύ δύσκολο να κάνει πίσω χωρίς να ρεζιλευτεί κυρίως στο εσωτερικό της χώρας του, αφ’ ετέρου δε είναι πολύ δύσκολο στην Ελλάδα να συζητήσει επί αυτών των απαιτήσεων. Η όλη του στάση μοιάζει με αυτοεγκλωβισμό σε καταστροφική δίνη στην οποία προσπαθεί να μας παρασύρει.
Οι Έλληνες επί τέλους φαίνεται να ξυπνούν από τον λήθαργο 10ετιών και να αντιλαμβάνονται επί τέλους αφ’ ενός μεν τον κίνδυνο που υφίστανται ζωτικά τους συμφέροντα, αφ’ ετέρου την αναγκαιότητα να εξοπλιστεί, καθόσον είναι ορατός πλέον ο κίνδυνος στρατιωτικής σύρραξης. Η εθνική αυτή αφύπνιση οφείλεται στον κ. Ερντογάν και στις υπερβολικές του τελευταίες ενέργειες και θα πρέπει να τον “ευχαριστήσουμε” γι’ αυτό. Εμείς ξυπνήσαμε, αυτός έχασε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Μάλιστα έχω την αίσθηση ότι ο Ελληνικός λαός ξαναζεί την ψυχολογική κατάσταση βίωσε μετά τον τορπιλισμό της Έλλης το ’40. Πέτυχε λοιπόν ο κ. Ερντογάν να εξασφαλίσει η Κυβέρνηση την “εσωτερική νομιμοποίηση” των ενεργειών της.
Η Ελληνική διπλωματία κάνει θαύματα και έχει κατορθώσει να πετύχει την απαραίτητη “εξωτερική εξισορρόπηση”, όπως αποκαλείται στην ακαδημαϊκή γλώσσα η διεθνής υποστήριξη στο δίκαιο του αγώνα μιας χώρας. Εάν η Κυβέρνηση κατορθώσει να κερδίσει χρόνο μέσω της διπλωματικής δράσης, να μην παρασυρθεί στην “Ερντογανική” δίνη, που προαναφέραμε, και προλάβει να ενισχύσει άμεσα συγκεκριμένα στοιχεία των Ενόπλων Δυνάμεων τότε μπορεί να πετύχει πραγματική αποτροπή και ανάσχεση της Τουρκικής επιθετικότητας. Η συνέχιση της ενίσχυσης των Ενόπλων Δυνάμεων θα ενισχύσει την αποτροπή και θα απομακρύνει την πιθανότητα πολεμικής σύρραξης.
Στην περίπτωση όμως που η αποτροπή αποτύχει τότε οι Ένοπλες Δυνάμεις της Χώρας παρά τα διάφορα προβλήματά τους μπορούν να επιτύχουν τόσα και τέτοια πλήγματα στην Τουρκική πολεμική μηχανή που και μόνον αυτά θα δρομολογήσουν καταλυτικές αλλαγές στην πολιτική σκηνή της γείτονος, ακόμη και στην ύπαρξή της ως κράτους, όπως το ξέρουμε σήμερα.
Συμπερασματικά θεωρώ ότι η Κυβέρνηση αντιμετωπίζει πολύ καλά την σημερινή Τουρκική επιθετικότητα με εξαιρετική διπλωματική δραστηριοποίηση, έγκαιρη, σκόπιμη και μετρημένη στρατιωτική επαγρύπνηση και έστω και καθυστερημένα λήψη άμεσων και μεσοπρόθεσμων μέτρων εξοπλισμού των Ενόπλων Δυνάμεων.
Όσον αφορά τη Συμφωνία των Πρεσπών θεωρώ ότι ήταν μία άκαιρη συμφωνία λόγω ιδεολογικών προκαταλήψεων του ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικάντικης αντιμετώπισης των ΑΝΕΛ, που εξαφανίστηκαν βέβαια από τον πολιτικό χάρτη της χώρας και αποδοχής χωρίς ουσιαστικό λόγο εξωτερικών πιέσεων. Σε τελευταία ανάλυση νομιμοποιήσαμε ένα ιστορικό ψεύδος για να στηρίξουμε την εθνογένεση των Σκοπίων χωρίς λόγο.
Όσο για την πολιτική δικαιολογία ότι έτσι αποδεσμεύουμε διπλωματικό κεφάλαιο που θα δρομολογηθεί προς την κύρια απειλή, την Τουρκική επιθετικότητα, και επίσης ότι με αυτή τη συμφωνία απομακρύνουμε τα Σκόπια από την Τουρκική επιρροή θεωρώ ότι δεν πείθει ούτε τους εμπνευστές της.