γράφει ο Πολύδωρος Ιππ. Δάκογλου
Ακούω την Φώφη Γεννηματά και τον Κυριάκο Μητσοτάκη να λένε, παντού όπου βρεθούν, ότι «Ο Τσίπρας σύρθηκε στις εκλογές λόγω της διαφορά των 9,3% που έδωσαν τα αποτελέσματα των Ευρωεκλογών». Θα μου επιτρέψετε να διαφωνήσω.
Αν κάνετε ένα κόπο και ψάξετε στο διαδίκτυο την διαφορά που εμφανίζει η Νέα Δημοκρατία από τον ΣΥΡΙΖΑ, στις δημοσκοπήσεις των δύο τελευταίων ετών θα δείτε ότι αυτή κυμαίνεται από 9% έως 11%. Δηλαδή, οι Ευρωεκλογές, απλώς επιβεβαίωσαν τα δημοσκοπικά ευρήματα της παρελθούσης διετίας. Προς τι λοιπόν οι θριαμβολογίες της Νέας Δημοκρατίας και των στελεχών της και προς τι η προβολή του φόβου και της κινδυνολογίας από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ και των στελεχών του;
Είναι απλό: Οι μεν Νεοδημοκράτες επιδιώκουν να κρατήσουν το υψηλό ποσοστό συσπείρωσης που απέκτησαν (έφτασε στις ευρωεκλογές το 93%, έναντι 91% που είχε) και να φτάσουν στις εκλογές με τον αέρα της νίκης και την σημαία της αυτοδυναμίας, αξιοποιώντας την λεηλασία των ψήφων των μικρών κομμάτων. Ανάλογα, λειτουργεί και ο ΣΥΡΙΖΑ. Έχοντας επιτύχει να αυξήσει το ποσοστό συσπείρωσης των ψηφοφόρων του (στο 65% από 51% που ήταν πριν από 6 μήνες), επιδιώκει, προβάλλοντας και εκμεταλλευόμενος φοβικά σύνδρομα των κεντροαριστερών ψηφοφόρων του να φτάσει το προσδοκώμενο όριο συσπείρωσης του 80% με το οποίο ευελπιστεί να προσεγγίσει το 30% στις εθνικές εκλογές.
Υπάρχει όμως και κάτι εξ ίσου σπουδαίο και για τα δύο κόμματα του νέου δίπολου που έχει διαμορφωθεί. Η προσφυγή στις κάλπες, μέσα σε ένα μήνα, για εκλογή των βουλευτών του κοινοβουλίου δημιουργεί τεράστια προβλήματα στα μικρά κόμματα και δυσχεραίνει την προσπάθεια δημιουργίας συμμαχικών πολιτικών σχημάτων ή κεφαλαιοποίησης των κερδών τους (περίπου 30%). Ιδιαίτερα ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα ήθελε με κανένα τρόπο να έχει απέναντί του τον αριστερό λόγο του Βαρουφάκη, επικουρούμενο από μια Ζωή Κωνσταντοπούλου και έναν Λαφαζάνη. (Αντιστοίχως και η Νέα Δημοκρατία, με μικρότερη ένταση όμως λόγω της δεδομένης έλλειψης παιδείας πολιτικών συνεργασιών στον Πατριωτικό –Εθνικιστικό χώρο).
Οι εκλογές της 7ης Ιουλίου, ανεξαρτήτως του ποιο κόμμα θα κερδίσει την εντολή διακυβέρνησης, θα αναδείξουν ως νικητή το δίπολο ΣΥΡΙΖΑ-ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, με ποσοστό άνω του 65%, επαναφέροντας την “πολιτική κανονικότητα” στην Ελλάδα, σύμφωνα με τις επιθυμίες και τους σχεδιασμούς εξωθεσμικών παραγόντων.
Μια “κανονικότητα” η οποία θα επιτρέψει στις εναλλασσόμενες ηγετικές ομάδες του δίπολου, που προωθεί τα συμφέροντα και τις αξίες της παγκοσμιοποίησης, να ξεδιπλώσουν και να επιβάλλουν πλήρως τον σχεδιασμό πολιτισμικής υποδούλωσης, πληθυσμιακής αντικατάστασης, γεωπολιτικής αξιοποίησης και οικονομικής εκμετάλλευσης, επί του Λαού των Ελλήνων.