Ισηγορία

200

Όσοι παρακολουθούν στις τηλεοπτικές εκπομπές καλεσμένους Βουλευτές ή εκπροσώπους διαφόρων κομμάτων διαπιστώνουν ότι δε γίνεται πραγματική συζήτηση, αλλά επικρατεί μια φασαρία, γιατί ο καθένας μιλά καλύπτοντας τους άλλους με τις φωνές του. Οι καλεσμένοι δε σέβονται το δικαίωμα λόγου των συνομιλητών τους και ως εκ τούτου, οι τηλεθεατές, αν βέβαια αντέξουν μέχρι το τέλος, αγωνίζονται να καταλάβουν ποιο θέμα συζητείται. Αν μάλιστα γνωρίζουν την αρχαία ελληνική ιστορία, θα πουν με το δίκιο τους ότι με τέτοιες εκπομπές καταστρατηγείται το δικαίωμα της ισηγορίας, της δυνατότητας όλων για έκφραση γνώμης και της ισότητας στην ελευθερία του λόγου.

Ισηγορία, λοιπόν, η σημερινή μας λέξη, που έχει άρωμα αρχαίας Ελλάδος και ιδιαίτερα αθηναϊκής δημοκρατίας, αφού η ισότητα στην ελευθερία του λόγου ήταν ένα από τα ουσιαστικά συστατικά της στοιχεία μαζί με την ισονομία, την ευχέρεια συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση των νόμων.

Η ισηγορία στις μέρες μας θεωρητικά υπάρχει και ισοδυναμεί με την παρρησία, το θάρρος να πει κανείς τη γνώμη του ελεύθερα, χωρίς να ντρέπεται ή να νιώθει ότι δεσμεύεται από την οικονομική του κατάσταση, από την καταγωγή του, από τη θρησκεία του, από τις πολιτικές του θέσεις.

Ταυτόχρονα γίνεται ταυτόσημη της ισοπολιτείας, που δεν περιέχει μόνο έκφραση γνώμης, αλλά και δράση. Αυτός που την έχει κάνει κτήμα του αγωνίζεται να πράξει το σωστό, ενεργοποιείται ώστε οι θέσεις του να πάρουν σάρκα και οστά. Η ισοπολιτεία ωστόσο είναι ευρύτερη έννοια και προϋποθέτει και τη νομική ισότητα όλων των πολιτών απέναντι στο κράτος.

Σύνθετη λέξη ο σημερινός μας λεκτικός τύπος, από το επίθετο ἴσοςἴσηἴσον και το ἀγορεύω (= μιλώ σε συγκεντρωμένο πλήθος). Αν εξηγούσαμε κατά γράμμα το λεκτικό μας τύπο, θα λέγαμε ότι η ισηγορία είναι η ευκαιρία του λόγου, που παρέχεται ισότιμα σε όλους τους πολίτες να μιλούν σε συγκεντρωμένο πλήθος. Μερικές λέξεις που σχηματίζονται με τον ίδιο τρόπο είναι η δημηγορία, η δικηγορίαετυμηγορίασυνηγορία, που, μια που περιέχουν αγόρευση, είναι προσφιλείς στους αγαπητούς δικηγόρους.

Στην Αθήνα του 5ου και 4ου αιώνα ήταν ισοδύναμη της ελευθερίας. Ο κωμωδιογράφος Εύπολις (446 – 411 π.Χ.), φίλος του Αριστοφάνη, σατίριζε τους δημαγωγούς και τους σοφιστές, λέγοντας ότι εκμεταλλεύονται δημόσια το δικαίωμα της ισηγορίας.

Σήμερα, μπορεί κάποιος να εκφρασθεί δημόσια και σε άλλους χώρους εκτός από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο ή τη Βουλή. Υπάρχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, όπου κυρίως οι ιδέες των ανθρώπων διαδίδονται γραπτώς. Εκεί ορισμένες φορές παρατηρούμε ότι δεν υπάρχει ισηγορία. Επικρατεί η στάση:«Θα λέω την άποψή μου και αν διαφωνείτε, θα σας βρίζω».

Εκφράσεις όπως «ψόφα, δωσίλογοι, ναινέκοι, γερμανοτσολιάδες» – που τα είδαμε συχνά ως σχόλια σε εκφρασμένες σκέψεις – είναι μερικά μόνο δείγματα της άγνοιας της ισηγορίας, αλλά και της λανθασμένης αντίληψης για τη σημασία της.

Η ισηγορία, όπως όλες οι αρετές, περιέχει μέσα της το μέτρο. Δεν είναι ούτε αμετροέπεια ούτε θρασύτητα, αλλά ευγενής εκτίμηση του ότι όλοι έχουν το δικαίωμα να μιλούν όσο και οι άλλοι. Εμπεριέχει, επίσης, και το σεβασμό στους κανόνες του διαλόγου. Μαθαίνουμε να ακούμε και τους άλλους όσο κι αν μας ενοχλούν οι αντιλήψεις τους ή η οπτική τους γωνία και διατυπώνουμε τις δικές μας με επιχειρήματα και όχι βγάζοντας άναρθρες κραυγές και φωνάζοντας απρεπείς χαρακτηρισμούς. Σε αυτές τις τελευταίες περιπτώσεις, η ισηγορία εκπίπτει σε ένα ομόρριζό της την κατηγορία. Αν επιπλέον μονοπωλεί ο αγορεύων το λόγο, η ισηγορία πέφτει ακόμα πιο χαμηλά. Γίνεται μακρηγορία ή μεγαληγορία και πάντως δεν είναι καθόλου ισηγορία.

ΠΗΓΗ: http://www.liberal.gr/arthro/191281/glossari/i/isigoria2.html