123 φορές να πέφτεις. Να σηκώνεσαι 124…

350

Από τον Χρήστο Τσαούση…

Έχω διαχωρίσει απολύτως την Ελληνική Επανάσταση από το ελλαδικό κράτος και την αγγαρεία που κάνει προσποιούμενο ότι “γιορτάζει”. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Εμείς γιορτάζουμε τη μεγαλειώδη στιγμή του Γένους πριν 200 χρόνια, το κράτος γιορτάζει τα 200 χρόνια του. Και φαίνεται πόσο άβολα το κάνει. Γιατί αυτό ακριβώς είναι μία αληθινή Επανάσταση.

Άβολη. Απροσδόκητη. Ανεπιθύμητη. Από όλους. Κανείς δεν της συμπαραστέκεται παρά μόνο όταν δεν μπορεί να κάνει αλλιώς.

Η Ελληνική Επανάσταση δε σχεδιάστηκε από τα think tanks μυστικών υπηρεσιών. Δεν ήταν εξέγερση της τρύπιας σημαίας. Δεν ήταν “αραβική άνοιξη”. Δεν ήταν “δημοκρατική”, δεν ήταν σοσιαλιστική. Δεν χρηματοδοτήθηκε από Ιουδαίους τραπεζίτες., από Κάιζερ ή από Τσάρους. Οι οπλαρχηγοί της δεν ταξίδεψαν πρώτη θέση σε κανένα τρένο. Λοιδορήθηκαν, βασανίστηκαν, αφορίστηκαν, εγκαταλείφθηκαν από όλους.

Δεν ξεκίνησε σαν εξέγερση. Δεν είχε αιτήματα τη μείωση της φορολογίας του τσαγιού, ή την τιμή που θα πουλιέται το στάρι. Δεν είχε αιτήματα γενικώς. Δεν διεκδικούσε κάτι παρά μόνο Ελευθερία ή Θάνατο.

Ήταν μοναδική. Καμία δεν της έμοιαζε πριν και καμία δεν της έμοιασε μετά. Ήταν υπέρλογη. 200 χρόνια κι ακόμα οι πληρωμένες γραφίδες μπολσεβίκων και φιλελέδων ψάχνουν να της δώσουν μια αποδεκτή και καθώς πρέπει “ταυτότητα”. Σκ@τ@ στα μούτρα τους.

Η Ελληνική Επανάσταση είναι ορόσημο φοβερό. Με σημερινούς όρους είναι απλά αδιανόητη.

Είναι ένα φωτεινό μετέωρο που στέκει στον ουρανό για να μας θυμίζει ότι αν έστω μια στιγμή, έστω και μια χούφτα άντρες ξεπεράσουν τις ανάγκες του σαρκίου και μπουν στον κόσμο των Ιδεών, μπορούν να διαρρήξουν το χωροχρονικό συνεχές.

Να’ρθει ανάποδα ο ντουνιάς.

Φωτογραφία:  Εκατόν είκοσι τρεις φορές είχαν κινήσει οι Έλληνες να σύρουν την Επανάσταση. Εκατό είκοσι τρεις φορές γύρισαν πίσω μουσκεμένοι στο αίμα τους.

Σαν_σήμερα (23-03-1821): Καλαμάτα. Ο αρχιστράτηγος των Σπαρτιατικών στρατευμάτων Πέτρος Μαυρομιχάλης εν ονόματι της Μεσσηνιακής Συγκλήτου ενημερώνει έναν κατάπληκτο κόσμο, ότι οι Έλληνες έσυραν το χορό για εκατοστή εικοστή τέταρτη φορά.

Και αυτή τη φορά, δε γύρισαν πίσω.