Ο Βουλευτής Αργολίδας της Νέας Δημοκρατίας κ. Γιάννης Ανδριανός, μίλησε στο 2ο Προσυνέδριο της Νέας Δημοκρατίας στην Πάτρα υπό την ιδιότητά του ως αν. Υπεύθυνος του Τομέα Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων.
Κατά την ομιλία του στο πλαίσιο του 2ου Προσυνεδρίου για την παιδεία και τα θέματα που απασχολούν τους νέους, τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
«Θέλω πρώτα απ’ όλα να σας καλωσορίσω σ’ αυτή τη δεύτερη προσυνεδριακή συνάντηση με θέμα την παιδεία και να σας ευχαριστήσω για τη συμμετοχή σας.
Πιστεύω ότι όλες και όλοι όσοι βρισκόμαστε σήμερα εδώ, συμμεριζόμαστε την κομβική σημασία που έχει η στρατηγική για την εκπαίδευση στην πατρίδα μας σήμερα – για την αντιμετώπιση της κρίσης, για την επιστροφή στην ανάπτυξη και την απασχόληση, για τη δημιουργία ενός νέου, σύγχρονου και εύρωστου παραγωγικού μοντέλου με έμφαση στη γνώση και το ανθρώπινο δυναμικό, για να διασφαλίσουμε ότι οι νέοι Έλληνες θα έχουν όλα τα εφόδια που χρειάζονται για να κατακτήσουν τους στόχους τους σε έναν ανταγωνιστικό κόσμο χωρίς να μεταναστεύσουν.
Η παιδεία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή των πολιτικών μας προτεραιοτήτων. Είναι, αναφέρω χαρακτηριστικά, το θέμα στο οποίο ο Κυριάκος Μητσοτάκης αφιέρωσε τον περισσότερο χρόνο κατά την ομιλία του στη Διεθνή Έκθεση της Θεσσαλονίκης.
Εμείς, σε αντίθεση με τη σημερινή κυβέρνηση, πιστεύουμε στην άμιλλα, στην ποιότητα, στην εισαγωγή των καλύτερων πρακτικών από το εξωτερικό με σεβασμό βεβαίως ταυτόχρονα στις ιστορικές, πολιτισμικές, οικονομικές και κοινωνικές ιδιαιτερότητες της πατρίδας μας.
Κι εδώ πρέπει να τονίσουμε κάτι: η έμφασή μας αυτή οφείλεται στο γεγονός ότι τα οφέλη αυτής της προσέγγισης αφορούν κυρίως τα παιδιά από οικογένειες με περιορισμένα μέσα. Σε ένα εκπαιδευτικό σύστημα της ισοπέδωσης και της απαξίας, οι πλούσιες οικογένειες θα βρουν τρόπο να δώσουν ποιοτική εκπαίδευση στα παιδιά τους, ενώ όσοι δεν έχουν τα μέσα θα χρειαστεί να συμβιβαστούν με το μέτριο. Έτσι όμως οι κοινωνικές ανισότητες αυξάνονται και ο βασικός ρόλος της παιδείας ως εργαλείο κοινωνικής κινητικότητας ακυρώνεται. Αντιθέτως, η ποιότητα στην παιδεία δίνει τη δυνατότητα σε όλα τα παιδιά να αξιοποιήσουν με το καλύτερο τρόπο τα ταλέντα τους, να κυνηγήσουν τα όνειρά τους, να προκόψουν συμβάλλοντας ταυτόχρονα και στο συλλογικό καλό.
Και πουθενά δεν φαίνεται καλύτερα αυτή η αλήθεια από το πεδίο της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης – ένα πολύτιμο εργαλείο για την ανάπτυξη και την απασχόληση που δυστυχώς παραμένει σε μεγάλο βαθμό αναξιοποίητο.
Η ανεργία στους νέους ανθρώπους ξεπερνά στην Ελλάδα το 50%, αρνητικό ρεκόρ για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση, ενώ τα τελευταία χρόνια οι ευέλικτες μορφές εργασίας έχουν ξεπεράσει την πλήρη απασχόληση. Το brain-drain γίνεται ολοένα και πιο έντονο, με τη μεγάλη πλειονότητα των Ελλήνων που μεταναστεύουν να είναι νέοι και νέες με γνώσεις και υψηλή εξειδίκευση. Και μέσα σ’ όλα αυτά, ακούμε σταθερά τους εργοδότες να επισημαίνουν ότι δυσκολεύονται να βρουν εργαζόμενους με την κατάλληλη κατάρτιση.
Σ’ αυτό λοιπόν το κλίμα, στόχος δικός μας είναι η ουσιαστική αναβάθμιση της επαγγελματικής εκπαίδευσης ώστε να αποτελεί συνειδητή επιλογή για τους νέους ανθρώπους και όχι λύση ανάγκης, όπως σε μεγάλο βαθμό είναι σήμερα.
Χαρακτηριστικό γι’ αυτό είναι ότι γεγονός ότι το 70% των αποφοίτων Γυμνασίου επιλέγει το Γενικό Λύκειο θεωρώντας την επαγγελματική εκπαίδευση κατώτερη, την ώρα που ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή Ένωση φτάνει στο 50%.
Και για να το πετύχουμε αυτό, θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε τα δομικά προβλήματα που την κρατούν χαμηλά, προβλήματα που επισημάνθηκαν πρόσφατα και από την έρευνα του Κέντρου Ανάπτυξης Εκπαιδευτικής Πολιτικής της ΓΣΕΕ: τη χαμηλή ελκυστικότητα των παρεχόμενων προγραμμάτων και την έλλειψη πληροφόρησης γι’ αυτά, τα υψηλά ποσοστά διαρροής μαθητών και σπουδαστών από την εκπαιδευτική διαδικασία, την πολυνομία, την έλλειψη θεσμικής σταθερότητας και την ασυνέχεια στον σχεδιασμό, τη χαμηλή διασύνδεση με την αγορά εργασίας, τις συχνά μεγάλες ελλείψεις στις υλικοτεχνικές υποδομές και τα κενά στο ανθρώπινο δυναμικό.
Η δική μας πρόταση είναι συγκεκριμένη:
Πρώτα απ’ όλα προτείνουμε την ενίσχυση της μαθητείας στους πραγματικούς χώρους εργασίας και προφανώς όχι μόνο και όχι κυρίως στο Δημόσιο, προκειμένου ο εκπαιδευόμενος να αποκτήσει εμπειρία και γνώσεις.
Προτείνουμε την ενεργότερη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, αλλά και των τοπικών κοινωνιών στην εκπαιδευτική στρατηγική ώστε ιδιαίτερα η επαγγελματική εκπαίδευση να συνδέεται όσο γίνεται αποτελεσματικότερα με τις πραγματικές ανάγκες των τοπικών κοινωνικών και της οικονομίας και την αξιοποίηση των υπαρκτών συγκριτικών πλεονεκτημάτων.
Προτείνουμε την μεγαλύτερη αυτονομία των σχολών, την ευελιξία των προγραμμάτων σπουδών, την άμιλλα ποιότητας.
Προτείνουμε την αξιολόγηση με κριτήρια διαφανή και αδιάβλητα προκειμένου όλοι οι ενδιαφερόμενοι να έχουν σαφή εικόνα της ποιότητας των παρεχόμενων σπουδών και να μπορούμε να σχεδιάζουμε με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα βελτιωτικές παρεμβάσεις.
Και βεβαίως, προτείνουμε την διεύρυνση της επανειδίκευσης, προγραμμάτων που αν σχεδιαστούν σωστά, είναι πολύτιμα τόσο για τους ήδη εργαζόμενους που θέλουν να βελτιώσουν τις δεξιότητές τους ή να αποκτήσουν νέες, όσο και για τους ανέργους, και ιδιαίτερα τους ανέργους μεγαλύτερης ηλικίας που σήμερα ζουν το φάσμα του οικονομικού και κοινωνικού αποκλεισμού. Στόχος μας είναι να ενθαρρύνουμε την οργάνωση τέτοιων προγραμμάτων που θα οδηγούν σε πιστοποιήσεις με χειροπιαστό αντίκρυσμα από τα πανεπιστήμια, τους κλαδικούς φορείς, τις επιχειρήσεις, τον ΟΑΕΔ και ανεξάρτητους ιδιωτικούς φορείς.
Μ’ αυτές λοιπόν τις σκέψεις, περιμένω με ενδιαφέρον τις τοποθετήσεις σας ώστε να σχεδιάσουμε ακόμη καλύτερα τις παρεμβάσεις μας, με γνώμονα την απασχόληση και την ανάπτυξη, την εξασφάλιση ουσιαστικών ευκαιριών για προκοπή και δημιουργία για όλους τους Έλληνες”.