Γρηγόρης Αυξεντίου: Ο Αετός του Μαχαιρά

239

Γράφει η Χρυσηίς Κακοφεγγίτου 

Ήταν 22 Φεβρουαρίου 1928. Στό χωριό Λύση τής Κύπρου γεννήθηκε ό Γρηγόρης.

Ό κόσμος του ήταν γεμάτος άπό τούς αγώνες της Φυλής. Ή ψυχή του ήταν γεμάτη Ελλάδα καί ή ζωή του πλημμυρισμένη μέ ποδοπατημένα άπό τήν Εγγλέζικη μπότα Ιδανικά. Ό Γρηγόρης μαθητής ακόμη ονειρευόταν τόν εαυτό του, ντυμένο μέ τήν στολή του “Ελληνα Αξιωματικού. Κάθε τι τό ελληνικό γέμιζε περηφάνια τήν ψυχή του. ΄Ετσι τό 1949 τόν βρίσκουμε στήν Ελλάδα νά προσπαθή νά περάση στή Σχολή Ευελπίδων. Στήν μητέρα του γράφει:

«Μή λυπάσαι μητέρα πού έφυγα άπ’ τήν αγκαλιά σου γιατί τώρα βρίσκομαι στήν αγκαλιά της Ελλάδος, τής πιό τιμημένης μάνας του κόσμου». Κι ή μάνα άπαντα στό λεβέντη της μέ στοίχους.

«Γιατί έμέ αρνήθηκες γιά νά αγκαλιάσεις άλλη;

σ’ άρεσαν άπό μακρυά τ’ ατίμητα της κάλλη;»

Καί ό Γρηγόρης άπαντα:

 «Δέν είναι άπό μακρυά πού γνώρισα τά κάλλη της μητέρα… μέσ’ τήν καρδιά μου είχα τήν καί νύχτα καί ήμερα».

Τό 1953, ό έφεδρος ανθυπολοχαγός πεζικού Γρηγόρης Αυξεντίου επέστρεψε στήν Κύπρο, πεφήφανος γιατί μπόρεσε νά υπηρέτηση έστω καί γιά λίγα χρόνια τήν Ελλάδα καί απέκτησε καί τυπικά τήν Ελληνική υπηκοότητα.

Ό Γρηγόρης άπό τήν πρώτη στιγμή πού γύρισε, πίσω αυτό. πού έκανε ήταν μέ κάθε, τρόπο νά έκφράζη τήν αγάπη του πρός τήν ‘Ελλάδα καί τήν ελευθερία. Γεμάτος ανυπομονησία καθώς συζητούσε, μέ τούς φίλους του ρωτούσε:

«Ώς πότε θα μείνουμε ταπεινοί σκλάβοι; Δέν θά βρεθή κάποιος νά οδήγηση αυτό τόν τόπο πρός τήν Ελλάδα;»

Κανείς δμως δέν ήξερε νά τοϋ απάντηση. Αυτήν τήν γεμάτη προσδοκία καί πίστη πρός τά εθνικά ιδανικά ερώτηση έπανελάμβανε πολλές φορές… Κάποτε κάποιος ξάδελφος του τού μίλησε: «’Ακου Γρηγόρη, σε λίγο θά αρχίσουμε τήν Επανάσταση». Έτσι ξημερώματα τής 1ης “Απριλίου ξεκίνησε τό θαύμα. Οι εκρήξεις συγκλόνησαν τήν Κύπρο άπ’ άκρου σ’ άκρον.

Ό Κυπριακός Ελληνισμός, αυτός ό ήρεμος, ό πράος, ό άοπλος, ό άμαχος λαός, όταν τό πρωί εκείνο άκουσε τίς βόμβες τής ΕΟΚΑ δέν δίστασε. Πήρε χωρίς συζητήσεις πολλές, χωρίς εξηγήσεις ιδιαίτερες, τήν θέση πού επέβαλλαν οί ιστορικές συνθήκες.

Μεταμφιεσμένος σαν καλόγερος, πέρασε μέσα από μπλόκα των Άγγλικών δυνάμεων κατοχής

Ό Γρηγόρης μέ τήν όρμή καί τήν αποφασιστικότητα πού διακρίνει όλους τούς νέους, άλλά καί μέ τό σοβαρό καί έντονο προβληματισμό πού επιβαλλόταν στήν προσωπικότητα του δέν δίστασε νά δώση τήν καρδιά του στόν αγώνα αυτό. Θαύμαζε τήν ιδιοσυγκρασία τών συμπατριωτών του, πού έπραξαν αυτά ακριβώς τά όποια θά έπραττε οποιοσδήποτε Έλληνας άν βρισκόταν στίς ίδιες συνθήκες. Ό ίδιος γράφοντας σ’ ένα φίλο του -κατά τήν περίοδο του ενωτικού δημοψηφίσματος άπό τά  Έλληνοβουλγαρικά σύνορα όπου υπηρετεί, προφητεύει:

«Αγαπητέ μου φίλε. Πήρα τό γράμμα σου τό γραμμένο μέ τήν θέρμη τής καρδιάς σου σέ στιγμές έξαλλου ενθουσιασμού, στιγμές ή καλύτερα μέρες πού τις έζησα καί έγώ μέ τήν ίδια θέρμη, μέ τό ίδιο πύρωμα τής καρδιάς. Τήν Λευτεριά μας, τό Ιδανικό τών Ιδανικών μας, τήν υπόγραψα κι έγώ όχι μόνο σέ χαρτί, μά φορώντας τήν τιμημένη στολή του Έλληνα φαντάρου, καί θά τήν υπογράψω οποιαδήποτε στιγμή τό ζητήσει ή Κύπρος μας καί μέ τό αίμα μου, όπως καί κάθε Κύπριος. Δέν είναι θαύμα ή εξύψωση τών ταπεινών, τών χωρίς Ιδανικά ανθρώπων, σέ αγωνιστές. Αυτός είναι ό Έλληνας!»

Δεν παραδόθηκε. Διάλεξε, ο θάνατός του να γίνει παράδειγμα έμπνευσης για τους αγωνιστές της ΕΟΚΑ. Οι Βρετανοί τον έκαψαν ζωντανό.

Στά βουνά, όπου έπικυρηγμένος αναγκάζεται νά άνεβή, συνεχίζει τόν αγώνα πού ονειρευόταν… Τίποτα δέν φοβόταν ό Γρηγόρης. Όπως αρμόζει στους “Ελληνες… Μόνο τήν προδοσία… Γράφει σχετικά σέ συναγωνιστή του: “Τό μόνο πού έχω νά σου τονίσω είναι νά φυλάγεσαι άπό τήν προδοσία. Τώρα τήν φοβήθηκα».

Έτσι βρέθηκε όταν του έβαλαν φωτιά οι Εγγλέζοι

Οι Εγγλέζοι είχαν σκυλιάσει, όμως ήταν αδύνατο νά ανακαλύψουν τόν Αυξεντίου… Μόνο μέ μιά προδοσία θά τά κατάφερναν. Καί είχε δίκιο ό ήρωας νά φοβάται τήν προδοσία. “Εμελλε νά ανακαλυφθή τό κρησφύγετο του μόνο μετά άπό προδοτική ενέργεια… Βέβαια ό Γρηγόρης μέ τήν ισχυρότατη προσωπικότητα δέν ήταν δυνατόν νά άφήση τήν τύχη του στά χέρια του κάθε προδότη! Ήξερε πολύ καλά νά καθοδηγή καί όχι νά είναι έρμαιο… Ήξερε τι ήθελε καί όλοι όσοι κατά καιρούς ήρθαν σέ επαφή μαζί του γνώριζαν αναμφισβήτητα ότι το τέλος του θά τό καθόριζε αυτός, όπως θά τό ήθελε καί όταν θά τό ήθελε…

Πρίν 60 χρόνια ό Γρηγόρης Αυξεντίου μάς έδειξε ότι οί Έλληνες βρίσκουν πάντα τόν τρόπο νά νικούν!!!

Ήταν 3 Μαρτίου 1957. Στά βουνά του Μαχαιρά ό Αυξεντίου έδινε μαθήματα ηρωισμού σ’ όλη τήν οικουμένη. Μέσα άπ’ τό κρυσφύγετό του έλεγε:

«αρκετή υπηρεσία πρόσφερα διδάσκοντας πως νά κρατάνε τό όπλο καί νά πολεμούν. Πρέπει όμως νά τελειώσω διδάσκοντας τους καί πώς νά πεθαίνουν»!!!

Η σπηλιά που άφησε την τελευταία του πνοή, με μαρτυρικό θάνατο, έχει γίνει τόπος προσκυνήματος.

Ό αγώνας του Αυξεντίου δέν στηριζόταν σέ στρατιωτική υπεροχή. Στηριζόταν στή νίκη στο ηθικό επίπεδο μέσω τής θυσίας του. Η θυσία είναι μιά μορφή αγώνος πού αποτελεί αποκλειστικά προνόμιο τών δυνατών φυλών καί ανθρώπων μέ ανώτερη νευροψυχική δόμηση. Είναι ή μορφή εκείνη συγκρούσεως πού διαλέγουν λίγοι άνθρωποι γιά νά γίνουν φωτεινά παραδείγματα καί στοιχείο υπερηφάνειας στους λαούς πού ανήκουν.

Είναι ή μορφή αγώνος, πού δόξασε τόν Ελληνικό λαό μέσα στήν ιστορική του πορεία. Δέν υπάρχει οτόν κόσμο άλλη φυλή πού νά έκανε τήν μορφή αυτή τής συγκρούσεως, λάβαρο επιβιώ­σεως, θάρρους καί ανδρείας.

Η θυσία αποτελεί τήν μέθοδο τής έμμεσου προσπελάσεως άπ” τό στρατιωτικό στό ποιοτικά ανώτερο επίπεδο, στό ηθικό. Μέ τήν θυσία του ό Αυξεντίου δέν επεδίωξε βέβαια άμεσα στρατιωτικά οφέλη. Αυτό πού επεδίωξε ήταν ή νίκη σέ ένα άλλο επίπεδο, πού ό εχθρός δέν εννοείται κάν ότι υπάρχει. “Αν ό τρόπος τής στρατιωτικής ήττας πού οδηγεί στήν θυσία είναι τέτοιος, ώστε νά συγκίνηση καί νά συναρπάση μέ τό θάρρος, τότε ή νίκη έχει κερδηθή άπό τούς νικημένους…» Αυτό επιδίωξε ό Αυξεντίου, νά κάνη τούς νικητές νικημένους και τους νικημένους νικητές… Καί τό κατάφερε..

ΠΗΓΗ: http://koinosparanomastis.blogspot.com/2017/03/blog-post.html#more