29/7 – 1/8 1944. Αραχναίο Αργολίδος. Ένας ακόμη Μικρός Φενεός ή Μελιγαλάς!

515

Ετελέσθη και φέτος, Σάββατο 1 Αυγούστου 2020, στην Ιερά Μονή Αγνούντος  το θρησκευτικό μνημόσυνο στη Ιερά μονή  για τα σφαγιασθέντα θύματα, από τους μακελάρηδες της ΟΠΛΑ-ΚΚΕ.

Διαβάστε το χρονικό των σφαγών από το προσωπικό ιστολόγιο του δόκτωρ Ιωάννη Μπουγά, όπως περιγράφεται μέσα από το βιβλίο του «Αθώων αίμα»

«Η Βουλή των Ελλήνων οφείλει να αναγνωρίσει «Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων της Κόκκινης Τρομοκρατίας του 1943-44»

Όσοι δεν έχετε τον χρόνο ή την διάθεση να διαβάσετε ολόκληρη την ανάρτηση, διαβάστε μόνο αυτό το απόσπασμα από το έργο μου «ΑΘΩΩΝ ΑΙΜΑ» για να θαυμάσετε το «ηθικό πλεονέκτημα και τους αγώνες της Αριστεράς»!

«Οἱ βάρβαροι σφαγεῖς τῆς ΟΠΛΑ δέν λύγισαν ἐμπρός στίς οἰμωγές καί τά κλάματα κανενός θύματος. Μικρά παιδιά, ἔγκυες γυναῖκες καί ἑβδομηντάρηδες ἄνδρες, ὅλοι ἐσφάγησαν. Μόνο ἕνα ὀκτάχρονο ἀγόρι χώρισαν ἀπό τή μητέρα του πρίν τή σφάξουν καί τοῦ ἔλεγαν νά φύγει. Ἀλλά, ἕνα μικρό παιδί, μέσα στή νύχτα καί σέ ἄγνωστο μέρος, ποῦ νά πήγαινε; Τρομαγμένο τό παιδί, ὁ Κωνσταντῖνος Δημ. Μπέλεσης, συνέχισε νά κλαίει καί νά καλεῖ τήν μητέρα του. Οἱ σφαγεῖς τελικά τό «ἔστειλαν» κι αὐτό νά τή βρεῖ στό ξεροπήγαδο!».


Αυτοί ήταν οι κομμουνιστές της Ελλάδος και ακόμη υβρίζουν έμμεσα τα θύματα λέγοντας ότι «το ΚΚΕ δεν σκότωνε Έλληνες»!

Η συνέχεια της ανάρτησης.

Το μεγαλοχώρι Αραχναίο (Χέλι), λόγω της γεωγραφικής του θέσεως είχε μεταβληθεί στην Κατοχή σε άντρο της Κόκκινης Τρομοκρατίας. Το μομαστήρι του είχε γίνει Στρατόπεδο Κρατουμένων του ΕΑΜ και στο χωριό έμεναν και καλοπερνούσαν ΕΑΜίτες από το Ναύπλιο και άλλα μέρη. Οι υπεύθυνοι του στρατοπέδου είχαν και μιά ιδιατερότητα. Πριν εκτελέσουν κάποιο θύμα τους, το πήγαιναν στο χωριό και ζητούσαν από κάποιον τυχαίο κάτοικο να τον βασανίσει! Συχνά στάθμευαν στο Χέλι και αντάρτες του ΕΛΑΣ. Αποτέλεσμα το χωριό να στοχοποιηθεί από τους Γερμανούς και στις εκκαθαριστικές του Μαίου 1944, το Αραχναίο πλήρωσε με 29 αθώα θύματα.

Για να σταματήσουν τις εκτελέσεις οι Γερμανοί, που κρατούσαν τους κατοίκους κλεισμένους στο σχολείο, 50 περίπου κάτοικοι υπεσχέθηκαν να οπλισθούν από το Τάγμα Ασφαλείας Ναυπλίου και να μην επιτρέψουν επιστροφή των ανταρτών στο χωριό τους. Οπλίσθηκαν και προέβησαν και σε κάποιες άμυαλες και προβοκατόρηκες πράξεις.

Ο ΕΛΑΣ Κορινθίας έστειλε εναντίον τους έναν λόχο από 100-120 αντάρτες και άλλους τόσους άνδρες της ΟΠΛΑ και πλιατσικολόγους του εφεδρικού ΕΛΑΣ από τα γύρω χωριά, κυρίως από τις Λίμνες και τη Μιδ’εα, σε επιχείρηση τιμωρίας του Αραχναίου.

Ακολουθούν αποσπάσματα από την λεπτομερή περιγραφή της τραγωδίας στο βιβλίο μου «ΑΘΩΩΝ ΑΙΜΑ, «Ελεύθερος Μωριάς» 1943-44», Τόμος Β΄.

«Ἡ ἐπιχείρηση «τιμωρίας» τῶν Ἀραχναιωτῶν ξεκίνησε μέ τό ξημέρωμα τῆς 29ης Ἰουλίου 1944, δυό ἡμέρες μετά τήν ἑορτή τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα, πού γιορτάζεται στό χωριό. Ἡ ἐπίθεση τοῦ ΕΛΑΣ γρήγορα κατέβαλε τούς 50-60 ἔνοπλους τοῦ χωριοῦ. Οἱ περισσότεροι ἐξ αὐτῶν, ἀξιολόγησαν σωστά τήν κατάσταση καί τράπηκαν σέ φυγή πρίν τούς τελειώσουν τά λίγα πυρομαχικά. Οἱ ἀθῶοι κάτοικοι τοῦ χωριοῦ ἐγκατελείφθησαν πάλι στήν τύχη τους νά ἀντιμετωπίσουν τόν ΕΛΑΣ, ὅπως ἀκριβῶς καί νωρίτερα ἀφέθηκαν ἀπό τούς ἀντάρτες νά ἀντιμετωπίσουν τούς Γερμα¬νούς.

Οἱ ἀντάρτες ἔδειξαν γρήγορα τίς ἄγριες διαθέσεις τους. Τά δυό πρῶτα σπίτια πού συνάντησαν, μπαίνοντας ἀπό τόν δρόμο τοῦ Ναυπλίου, τά παρέδωσαν στίς φλόγες. Στό πρῶτο, τῆς οἰκο¬γένειας Ζαφείρη, δολοφόνησαν ἐν ψυχρῷ τό ζευγάρι τῶν ἰδιο¬κτητῶν, ἐνῶ χάρησαν τή ζωή στά δυό μωρά παιδιά τους. Στό δεύ¬τερο σπίτι ἔκαψαν ζωντανούς 8 ἀνθρώπους -ἕναν ἄνδρα, 6 γυναῖ¬κες καί κορίτσια κι ἕνα βρέφος τῆς οἰκογένειας Δεδεμπίλη- πού εἶχαν καταφύγει στό ὑπόγειο νά κρυφτοῦν. Τουλάχιστον 50 ἀκό¬μη σπίτια παραδόθηκαν στίς φλόγες καί 10 ἄοπλοι πού βρέθηκαν στόν δρόμο τῶν ἀνταρτῶν δολοφονήθηκαν ἐν ψυχρῷ χωρίς κα¬μία διαπίστωση ἐνοχῆς. Ὅλοι οἱ κάτοικοι πού δέν εἶχαν διαφύγει συγκεντρώθηκαν στό σχολεῖο, ἐκεῖ πού τούς εἶχαν κλείσει καί οἱ Γερμανοί 2 μῆνες νωρίτερα.
Στό σχολεῖο δολοφόνησαν μέ κτηνώδη τρόπο τόν Σωτήρη Ἀν. Τζαρίμα, μπροστά σ᾽ὅλους τούς συγκεντρωμένους κατοί¬κους τοῦ χωριοῦ. Όπως τό εἶδε ὀκτάχρονο παιδί: «…Τόν εἶχαν πιάσει δυό ἀντάρτες καί τόν κτυποῦσαν ὁ ἕνας ἀπό τό ἕνα μέρος καί ὁ ἄλλος ἀπό τό ἄλλο. Καί οἱ δυό τους κρατοῦσαν στό ἕνα τους χέρι ἀπό ἕνα μεγάλο μαχαίρι, μυτερό καί κοφτερό καί τήν ὥρα πού τόν κτυ¬ποῦσαν, ὅπως ἔγειρε τό πρόσωπο του ὁ Τζαρίμας γιά νά προφυλαχθεῖ ἀπό τόν ἕναν πού τόν κτυποῦσε, τότε ὁ ἄλλος μέ πραγματική μανία τοῦ βύθισε τό μαχαίρι στό λαιμό, ἔτσι πού μοῦ φάνηκε ὅτι ὁλόκληρο τό χέρι τοῦ ἀντάρτη χώθηκε μέσα στό λαιμό τοῦ θύματος. Ἕνας ρόγχος ἀκούστηκε καί ὁ ἄνθρωπος σωριάστηκε στό ἔδαφος σφαδάζοντας μέχρι πού ξεψύχησε».

Ὁ καπετάνιος τῶν ἀνταρτῶν τοῦ ΕΛΑΣ, ὁ καπετάν Τζαμιᾶς, ἀνεκοίνωσε στούς τρομοκρατημένους κατοίκους ὅτι ἄν παρουσίαζαν 8 συγκεκριμένους συγχωριανούς τους – 4 ἄνδρες καί 4 γυναῖκες- τούς ὁποίους οἱ ἀντάρτες θεωροῦσαν ἀρχηγούς τῆς κίνησης ἐναντίον τοῦ ΕΑΜ/ΕΛΑΣ, θά ἄφηναν ὅλους τους ἄλλους ἐλεύθερους. Φυσικά, οἱ 8 καταζητούμενοι εἶχαν διαφύγει ἀπό τό χωριό καί ἐκεῖνοι πού εἶχαν παραμείνει δέν εἶχαν τρόπο οὔτε νά τούς βροῦν, μά οὔτε καί νά τούς πείσουν νά παρουσιαστοῦν στόν ΕΛΑΣ. Ἔτσι οἱ ἀντάρτες ξέσπασαν πάνω σ᾽ ἐκείνους πού παρέμειναν στό χωριό, παρά τό γεγονός ὅτι, μ᾽ αὐτά πού τούς εἶπαν, ἀναγνώριζαν ὅτι ἦταν ἀθῶοι!

Μετά ἀπ᾽ αὐτό, οἱ ἀντάρτες ἐπιδόθηκαν ἀποκλειστικά στή λεηλασία ὅσων σπιτιῶν τοῦ Ἀραχναίου δέν εἶχαν κάψει, καί τά ἄδειασαν ἀπό ὁτιδήποτε εἶχε ἀξία. Φόρτωσαν μέ πλιάτσικο γύρω στά 200 μουλάρια καί ἄλογα, κλεμμένα καί αὐτά ἀπό τά σπιτικά τοῦ κουρσεμένου χωριοῦ. Πῆραν ροῦχα καί προῖκες κοριτσιῶν, τυριά, λάδι, σιτάρι, καπνό (σ.σ. το Αραχναίο παρήγαγε καπνά) καί ὅ,τι ἄλλο χρήσιμο μποροῦσαν νά μεταφέρουν.» […}
«..Ἀντάρτες καί σφαγεῖς τῆς ΟΠΛΑ ἀπό τήν γύρω περιοχή, κυρίως ἀπό τίς Λίμνες καί τή Μιδέα, ξεχώρισαν γιά περαιτέρω κράτηση 64 ἄτομα, 52 ἄνδρες, 9 γυναῖκες καί 3 παιδιά. Τούς ὑπό¬λοιπους τούς ἐλευθέρωσαν. Αὐτούς τούς 64 τούς ἔδεσαν μέ σχοινιά ἤ καλώδια στά χέρια καί στά πόδια, καί ἔτσι δεμένους τούς παρέδωσαν σέ μιά μικρή ὁμάδα ἀνταρτῶν καί σφαγέων τῆς ΟΠΛΑ. […]Ἔκαναν μιά στάση κοντά σ᾽ ἕνα πηγάδι, στόν οἰκισμό Πηλιαρό, γιά νά ξεκουρασθοῦν οἱ συνοδοί καί νά πιοῦν νερό, χωρίς ὅμως νά προσφέρουν στούς κρατούμενους. […] Ἔφθασαν ἐκεῖ τίς βραδυνές ὧρες καί κατέλυσαν ἔξω ἀπό τήν ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Λεωνίδη στη Νέα επίδαυρο. Ἐκεῖ ξενύχτησαν, ἔμειναν ὁλόκληρη τήν ἑπόμενη ἡμέρα καί τήν ἑπόμενη νύχτα, 30 πρός 31 Ἰουλίου.
[…]
Τό βράδυ τῆς 30ης Ἰουλίου, οἱ συνοδοί τῆς ΟΠΛΑ πῆραν δυό νεαρά παιδιά, ἀπό τούς παλαιούς κρατούμενους τῆς Νέας Ἐπιδαύρου καί τά ἔσφαξαν σέ μικρή ἀπόσταση ἀπό τούς ὑπόλοιπους κρατούμενους. Τό πρωΐ τῆς 31ης Ἰουλίου, ὅλοι οἱ κρατούμενοι ξεκίνησαν πάλι, μέ κατεύθυνση βόρεια, πρός τό Σοφικό. […]Ξημερώματα τῆς ἑπόμενης ἡμέρας, τῆς 1ης Αὐγούστου 1944, 60 ἀπό τούς 64 κρατούμενους πού ξεκίνησαν ἀπό τό Ἀραχναῖο, ἔφθασαν στήν τοποθεσία Ἀγνάντα, κοντά στό Μοναστήρι τῆς Ἁγνούντας τῆς Νέας Ἐπιδαύρου. Γιά ἀγνώστους λόγους οἱ ἀντάρτες εἶχαν ἀκολουθήσει μέ τούς κρατούμενους μιά κυκλική διαδρομή, ἀντί νά τούς ὁδηγήσουν ἐκεῖ ἀπ᾽ εὐθείας ἀπό τό Ἀραχναῖο, διανύοντας τό ἕνα τρίτο της διαδρομῆς. Ἀπό τήν πείνα, τήν δίψα καί τήν ταλαιπωρία τῆς πορείας δεμένοι στά χέρια καί στά πόδια, 3 ἡλικιωμένοι Χελιῶτες κρατούμενοι λιποθύμησαν στή διαδρομή μεταξύ Νέας Ἐπιδαύρου καί Ἀγνάντας. Οἱ συνοδοί τῆς ΟΠΛΑ τούς ἔσφαξαν ἐκεῖ πού ἔπεσαν, μέσα στίς ἐλιές καί τούς ἐγκατέλειψαν ἄταφους». […]

«Ἕνας μάλιστα ἀπό τούς συνοδούς/σφαγεῖς τῆς ΟΠΛΑ, ὁ Ἀνάργυρος Τσιρίκης ἀπό τήν Ἀρχαία Κόρινθο, μαζί μέ ὅλα τά ἄλλα «φυσεκλίκια» πού ἔφερε ἐπάνω του, εἶχε καί μιά ὑπερμεγέθη ξιφολόγχη. Σ᾽ αὐτό τό τελευταῖο σκέλος τῆς πορείας, ἀπό τή Νέα Ἐπίδαυρο μέχρι τήν Ἀγνάντα, χρησιμοποιοῦσε τήν ξιφολόγχη του γιά νά τρυπᾶ τά ὀπίσθια τῶν γυναικῶν πού βραδυποροῦσαν.» […] «Οἱ συνοδοί ἄρχισαν νά ὁδηγοῦν κοντά στό ξεροπήγαδο 2-4 κρατούμενους κάθε φορά, μέ τό σύνηθες πρόσχημα ὅτι τούς πηγαίνουν γιά ἀνάκριση. Κανείς ὅμως δέν ἐπέστρεφε, πρίν πάρουν τίς ἑπόμενες ὁμάδες. Ὅταν ἔφθαναν στό ξεροπήγαδο, 2-3 σφαγεῖς πού τούς περίμεναν ἐκεῖ, τούς κτυποῦσαν μέ μαχαίρια στόν λαιμό πρίν τούς ρίξουν μέσα, νεκρούς ἤ ἁπλά τραυματισμένους καί σοκαρισμένους!»

«Λέει ἡ Μ.Π. ἀπό τό Σοφικό γιά τά μέλη τῆς ΟΠΛΑ τοῦ χω¬ριοῦ της: «…Ἦταν καί ἕνας Σωτήρης Πιπίνης τοῦ Μιχάλη, κι αὐτός ἦταν ἐγκληματίας, ἔσφαζε. Εἴχανε πάει μιά φορά στήν Ἀγνάντα καί σφάξανε πολλούς καί κουραστήκανε. Μοῦ τό εἶχε πεῖ ὁ ξάδερφός του ὁ Παναγιώτης Πιπίνης: – «Κουραστήκαμε νά σφάζουμε καί στό τέλος τούς δίναμε μιά σπρωξιά καί τούς ρίχναμε σ’ἕνα γκρεμό ὅπως ἦταν μισοζώντανοι!».

Οἱ βάρβαροι σφαγεῖς τῆς ΟΠΛΑ δέν λύγισαν ἐμπρός στίς οἰμωγές καί τά κλάματα κανενός θύματος. Μικρά παιδιά, ἔγκυες γυναῖκες καί ἑβδομηντάρηδες ἄνδρες, ὅλοι ἐσφάγησαν. Μόνο ἕνα ὀκτάχρονο ἀγόρι χώρισαν ἀπό τήν μητέρα του πρίν τή σφάξουν καί τοῦ ἔλεγαν νά φύγει. Ἀλλά ἕνα μικρό παιδί, μέσα στή νύχτα καί σέ ἄγνωστο μέρος, ποῦ νά πήγαινε; Τρομαγμένο τό παιδί, ὁ Κωνσταντῖνος Δημ. Μπέλεσης, συνέχισε νά κλαίει καί νά καλεῖ τήν μητέρα του. Οἱ σφαγεῖς τελικά τό «ἔστειλαν» κι αὐτό νά τή βρεῖ στό ξεροπήγαδο!

[…]Τό γεγονός ὅτι ὅλοι ἐσφάγησαν καί δέν ἐκτελέσθηκαν μέ ὅπλα διαπιστώθηκε ἀπό τούς ἰατρούς πού ἐξέτασαν ὅλα τά πτώματα τόν Ἰούλιο τοῦ 1945, πού ἔγινε ἡ ἀνάσυρση τῶν θυμάτων ἀπό τό ξεροπήγαδο. Ἡ ὑγρασία εἶχε διατηρήσει τά θύματα σέ κατάσταση πού ἐπέτρεψε τήν ἀναγνώριση ὅλων ἀπό τούς συγγενεῖς τους. Ὅλα τά θύματα ἔφεραν μαχαιριές μόνο στόν λαιμό. Ὅλων τά χέρια ἦταν δεμένα πίσω, ἐνῶ μερικῶν ἦταν δεμένα καί τά πόδια. Οἱ ἐκταφεῖς εἶδαν καί κάτι ἀσυνήθιστο γιά θύματα τῆς ΟΠΛΑ. Ὅλοι φοροῦσαν τά ροῦχα τους καί εἶχαν μαζί τους τά προσωπικά τους ἀντικείμενα (δαχτυλίδια, σταυρούς, ὡρολόγια, χρήματα, κ.λ.π.)».