Στατιστική, η γλώσσα του ψεύδους. Η περίπτωση της Ελλάδος και ο Κορωναϊός

278

γράφει ο Πολύδωρος Ιππ. Δάκογλου

Θα θυμάμαι πάντοτε την πρώτη φράση που μας είπε στο 2ο έτος του Μαθηματικού τμήματος, ο καθηγητής που θα μας δίδασκε Στατιστική. «Η Στατιστική είναι η γλώσσα του ψεύδους» μας είχε πει αφήνοντάς μας, 400 φοιτητές, άφωνους.

Η συνέχεια του μαθήματος, μας βοήθησε να αποκαταστήσουμε την εμπιστοσύνη μας προς την μαθηματική επιστήμη και να αυξήσουμε την απέχθειά μας προς τους ημιμαθείς και όσους χρησιμοποιούν τις επιστήμες για να στηρίζουν πολιτικές. Τα συμπεράσματα που στηρίζονται σε στατιστικά δεδομένα, για να είναι αξιόπιστα, οφείλουν να συνδυάζουν πολυπαραγοντικά παραμετρικά στοιχεία και σε επαρκή αριθμό, διαφορετικά οδηγούν σε διαστροφή της πραγματικότητας. Οφείλουν επίσης όταν μελετούν συγκριτικά στοιχεία να μην έχουν αλλάξει, ενδιάμεσα, το σύστημα παραμετροποίησης που χρησιμοποιούσαν στο παρελθόν.

Πολύδωρος Ιππ. Δάκογλου

Ως παράδειγμα κακής πρακτικής θα αναφέρω την ενημέρωση που γίνεται από τον κυβερνητικό αρμόδιο για την πορεία του Κορωναϊού, Σωτήρη Τσιώδρα.

Στις αρχές Μαρτίου, όταν ξεκίνησε να παρουσιάζει τα ενημερωτικά στοιχεία για την εξέλιξη της επιδημίας στην Ελλάδα ίσχυε η εντολή, κάθε πολίτης με πιθανό κρούσμα να καταφεύγει, να ελέγχεται και να καταγράφεται σε κάποιο Νοσοκομείο αναφοράς, μεταφερόμενος μάλιστα μόνον με το ΕΚΑΒ. Μετά από λίγες ημέρες, και καθώς οι νοσούντες εμφάνιζαν σταδιακή αύξηση, άλλαξε ο τρόπος υπολογισμού των κρουσμάτων. Με νεώτερη οδηγία, απαγορεύθηκε στους φορείς υπόπτων κρουσμάτων να προσέρχονται προς έλεγχο στα Νοσοκομεία αναφοράς και δόθηκε εντολή, οι νοσούντες με ελαφρά συμπτώματα να παραμένουν κλεισμένοι στο σπίτι προκειμένου να μην επιβαρύνονται οι δομές υγείας.  Έτσι συνέχισαν να αναφέρονται ως κρούσματα μόνον οι νοσηλευόμενοι στα νοσοκομεία αναφοράς και ένας μεγάλος αριθμός νοσούντων (το μεγαλύτερο ποσοστό) πέρασε εκτός στατιστικής καταμέτρησης. Αυτό επέτρεψε στους υπεύθυνους παράγοντες να ισχυρίζονται ότι «τα μέτρα που έλαβαν, με τον τρόπο που τα εφάρμοσαν και στον χρόνο που τα έλαβαν, επέφεραν μείωση του ρυθμού αύξησης των κρουσμάτων».

Μια δεύτερη αλλαγή των παραμέτρων που εδίδοντο στην δημοσιότητα, έγινε αιφνιδιαστικά στο τέλος του δεύτερου δεκαήμερου του Μαρτίου. Ξαφνικά εξαφανίσθηκε, από τα καθημερινά δεδομένα ενημέρωσης, ο αριθμός των νοσηλευομένων κρουσμάτων σε Μονάδες Εντατικής Θεραπείας και παρέμεινε μόνον ο αριθμός των διασωληνωμένων ασθενών.

Τέλος, η απόφαση για διενέργεια ιδιαιτέρως περιορισμένου αριθμού τεστ ελέγχου εντοπισμού νοσούντων, είχε ως αποτέλεσμα την στρεβλή στατιστική προσέγγιση των ποιοτικών και ποσοτικών χαρακτηριστικών στην έρευνα διάδοσης της επιδημίας. Αυτό με την σειρά του λειτουργεί απαγορευτικά στην εξαγωγή αξιόπιστων στατιστικών συμπερασμάτων.

Στην κοινή γνώμη δημοσιοποιείται περιορισμένος αριθμός παραμετρικών παραγόντων και ως εκ τούτου, οι δημοσιογράφοι των συστημικών μέσων ενημέρωσης, μπορούν να κάνουν «πάρτυ ερμηνειών». Φτάσαμε στο σημείο να ακούμε από διαχειριστές της επιδημίας εικασίες του τύπου «μπορούμε να υποθέσουμε πως οι πραγματικά νοσούντες είναι από 5 έως 100 φορές περισσότεροι των όσων καταγράφονται».

Η επικοινωνιακή διαχείριση, στον τομέα της «έγκυρης –επίσημης ενημέρωσης» της κοινής γνώμης, που επέλεξε και εφάρμοσε η κυβέρνηση, επαλήθευσε τον καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο που μας δίδαξε ότι «Η Στατιστική (μπορεί να) είναι η γλώσσα του ψεύδους».

Είναι βέβαιο πως, αρκετό καιρό μετά την λήξη των μέτρων που έχουν ληφθεί και την ενσωμάτωση των συνεπειών τους στους χώρους της Οικονομίας, της Κοινωνίας και της Εθνικής ανεξαρτησίας, θα έρθουν στο φως τα πλήρη στοιχεία της εποχής της κρίσης του Κορωναϊού. Θα παρουσιασθούν συγκριτικές μελέτες, από ανεξάρτητους επιστήμονες, και θα υπάρξουν σενάρια που θα αναφέρονται στο τι, το πως και το γιατί.

Μέχρι τότε, το μόνο αδιάψευστο συμπέρασμα είναι πως, η επιστήμη έχει χρησιμοποιηθεί από την εξουσία, για μια ακόμη φορά, με αποκρουστικό και παραπλανητικό τρόπο.

.