Αντιστεκόμαστε γιατί… στην τελική, «σανό» μόνο τα άλογα ζώα τρώνε…

42
Δημήτρης Γκίκας. Διδάκτωρ Πολιτικής και Αισθητικής Φιλοσοφίας

Γράφει ο Δημήτρης Γκίκας*

Τέτοιες ημέρες, πριν από 105 χρόνια ξεκίνησε η Μάχη του Κιλκίς – Λαχανά (Β΄ Βαλκανικός Πόλεμος), η έκβαση της οποίας καθόρισε το μέλλον της Μακεδονίας. Στη μάχη εκείνη πολέμησε κι έμεινε ανάπηρος ο παππούς μου, Δημήτρης Γκίκας, ο οποίος είχε καταταγεί εθελοντικά στον Ελληνικό στρατό για να απελευθερώσει τη Μακεδονία από τους Τούρκους και τους Βούλγαρους κομιτατζήδες.
Προφανώς δεν αισθάνομαι καθόλου υπερήφανος για τη σημερινή μέρα. Ντρέπομαι, καθώς οι πολιτικές εξελίξεις, στην ουσία, ακύρωσαν την προσπάθεια όλων, όσοι πολέμησαν και θυσίασαν ακόμα και τη ζωή τους για να διατηρηθεί όχι μόνο μια εδαφική κυριαρχία, αλλά και μια ιστορική διαδρομή.
Διότι αυτό που σήμερα κάποιοι δεν αντιλαμβάνονται είναι ακριβώς αυτό: όσοι αντιδρούμε στη συμφωνία δεν το κάνουμε επειδή είμαστε τάχα ακροδεξιοί, φανατικοί, φασίστες, οπισθοδρομικοί, «αμόρφωτα εθνίκια» ή δεν ξέρω κι εγώ τι άλλες ταμπέλες «κολλούν» κάποιοι από άγνοια και κάποιοι επειδή δεν έχουν ούτε το σθένος, ούτε την κατάρτιση, ούτε τη δημοκρατική συνείδηση να προβούν σε διάλογο με όσους διαφωνούν με την πολιτική τους. Όσοι αντιδρούμε, το κάνουμε διότι βασιζόμαστε σε πολύ συγκεκριμένες αρχές της Ιστορίας και των διεθνών σχέσεων. Ας τις δούμε:
Α. Η «λογική» του κατευνασμού, η ενδοτικότητα και η υποχωρητικότητα, έστω και με τις καλές προθέσεις της διατήρησης της ειρήνης, ούτε ειρήνη φέρουν, ούτε πρόοδο. Αντίθετα, επιτρέπουν την ανάπτυξη συνεχών πιέσεων και, εν τέλει, καταλήγουν στο αναπόφευκτο δίλημμα: είτε ελευθερία, είτε «ασφάλεια». Οι περισσότεροι λαοί που επέλεξαν το πρώτο είναι κι αυτοί που γνώρισαν πραγματική ευημερία.
Β. Πολιτική δίχως διορατικότητα, οδηγεί σε επικίνδυνα μονοπάτια. Το να διαβλέπεις το μέλλον (όχι να το προβλέπεις, αλλά από τις εξελίξεις να αντιλαμβάνεσαι τι περίπου θα συμβεί), είναι μεγάλο προτέρημα. Κατ’ αναλογία, η πολιτική μοιάζει πραγματικά πολύ με το σκάκι. Οι εξαίρετοι παίκτες παίζουν, υπολογίζοντας πολλές κινήσεις που θα γίνουν. Οι αρχάριοι απλώς κουνάνε τυχαία τα πιόνια τους…
Γ. Η Ελλάδα είναι μια ιδιάζουσα περίπτωση, διότι τα εδαφικά της κεκτημένα (τα περισσότερα μέσω πολεμικών συγκρούσεων και αιματηρών θυσιών) συμπίπτουν με μια πολύ συγκεκριμένη, επιστημονικά αποδεδειγμένη, ιστορική διαδρομή. Όταν ξεπουλάς το ένα, υποθηκεύεις το άλλο και το αντίστροφο. Λαός χωρίς ιστορία δεν έχει μέλλον…
Δ. Ο σύγχρονος διεθνισμός και η παγκοσμιοποίηση, εξ ορισμού, απεχθάνονται τέτοιες θεωρήσεις, καθώς επιθυμούν λαούς δίχως εθνική ταυτότητα ή ιστορική συνείδηση, διότι μόνο έτσι μπορούν να προωθήσουν τις οικονομικές τους επιδιώξεις. Το χρήμα δεν έχει χρώμα, πατρίδα, θρησκεία. Γι’ αυτό και επιθυμεί ανθρώπους “tabula rasa”, άτομα χωρίς συνείδηση ιστορική, χωρίς πατρίδα, χωρίς ταυτότητα. Δικαίωμά τους. Αλλά αυτό δε σημαίνει ότι αυτό είναι σωστό, ούτε ότι πρέπει οι υπόλοιποι να το αποδεχθούμε ως τέτοιο. Μάλιστα, η Ιστορία έχει αποδείξει ότι καμία κοινωνία δεν επέζησε ή μεγαλούργησε, επειδή υιοθέτησε μια οικονομοκεντρική αντίληψη για την ίδια και τις υπόλοιπες κοινωνίες, με τις οποίες ήρθε σε επαφή. Η απόλυτη προσήλωση σε μια μονομερή οικονομική δήθεν ανάπτυξη αφορά εκείνους αποκλειστικά που νοιάζονται να βγάζουν μόνο χρήμα. Είναι ατομικιστική επιδίωξη, όχι συλλογική. Η συλλογικότητα βασίζεται στην ηθική και στο πνεύμα, γι’ αυτό επιδιώκει αντίστοιχα αγαθά.

Είναι πραγματικά κρίμα που βλέπω ανθρώπους, καθόλα μορφωμένους, άξιους και έξυπνους, να μην αντιλαμβάνονται τα παραπάνω. Σ’ αυτό βέβαια φέρει τεράστιο μερίδιο ευθύνης η τεράστιας έκτασης προπαγάνδα που γίνεται, η εκπαίδευση που επιμένει να παράγει μελλοντικούς εργάτες κι όχι σκεπτόμενους πολίτες, η πολιτική ηγεσία που, από καιρό, δηλώνει τα σέβη της στο χρήμα και μόνο.
Μέρος της αντίστασης σ’ αυτό το πρωτοφανές ξεπούλημα ιστορίας και υποθήκευσης της εδαφικής μας ακεραιότητας και εθνικής μας ταυτότητας πρέπει να ανατεθεί στους δασκάλους. Δεν εκπαιδεύουμε γρανάζια μιας τεράστιας μηχανής, αλλά σκεπτόμενους ανθρώπους. Στην τελική, «σανό» μόνο τα άλογα ζώα τρώνε…

* ο Δημήτρης Γκίκας

είναι Διδάκτωρ Πολιτικής και Αισθητικής Φιλοσοφίας