Με πόση ταπεινότητα, οι πραγματικά σπουδαίοι άνθρωποι, σαν τον Σεφέρη, αποδέχονται τις τιμές! Λες και δεν τους αξίζουν. Το μεγαλείο της σκέψης τους, η ανοιχτωσιά του μυαλού τους, η τεράστια ψυχή τους, είναι ταπεινοί υπηρέτες. Υπηρέτες σε ένα όραμα πανανθρώπινο, σε μια πατρίδα, στην ίδια την αγάπη, στην ποίηση που τους γαληνεύει και συνάμα τους κάνει τρανούς, μέγιστους, τους ζωντανεύει και εμάς μαζί. Γιατί “η ποίηση ἔχει τὶς ρίζες της στὴν ἀνθρώπινη ἀνάσα – καὶ τί θὰ γινόμασταν ἂν ἡ πνοή μας λιγόστευε;”
Ο Σεφέρης λάτρεψε την Ελληνική γλώσσα. Την σκάλισε τόσο βαθιά που έφτασε ως τις απολήξεις των ριζών της. Την ανέβασε τόσο ψηλά “Σκαρφαλώνοντας λέξεις, όπως μιαν ανεμόσκαλα…”
Με συγκίνηση και ταπεινότητα άγγιξε και την μεγάλη τιμή της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας. Το εξέφρασε με την πιο σεμνή ειλικρίνεια, ζητά συγνώμη: “Τούτη τὴν ὥρα αἰσθάνομαι πὼς εἶμαι ὁ ἴδιος μία ἀντίφαση. Ἀλήθεια, ἡ Σουηδικὴ Ἀκαδημία, ἔκρινε πὼς ἡ προσπάθειά μου σὲ μία γλώσσα περιλάλητη ἐπὶ αἰῶνες, ἀλλὰ στὴν παροῦσα μορφή της περιορισμένη, ἄξιζε αὐτὴ τὴν ὑψηλὴ διάκριση. Θέλησε νὰ τιμήσει τὴ γλώσσα μου, καὶ νὰ – ἐκφράζω τώρα τὶς εὐχαριστίες μου σὲ ξένη γλώσσα. Σᾶς παρακαλῶ νὰ μοῦ δώσετε τὴ συγνώμη ποὺ ζητῶ πρῶτα -πρῶτα ἀπὸ τὸν ἑαυτό μου…”
Σε τιμούμε και σε ευχαριστούμε. Συγνώμη που δεν μπορέσαμε “να εξαγοράσουμε την αναπόφευκτη βία με την μεγαλοσύνη της καρδιάς…”, σ’ αυτή την μικρή, πέτρινη χώρα των παράλληλων μονολόγων…
Elena Namini
(από το προφίλ της στο Face Book)