Άρθρο της Ειρήνης Δημοπούλου – Παππά
διευθύντριας της εφημερίδας “Εμπρός”*
Για να συνθέσουμε την εικόνα του κόσμου μας χρειάζεται να φανταστούμε το πώς θέλουμε να εξελιχθεί το κρατικό αρχιτεκτόνημα στον χώρο όπου οικοδομήθηκε, στο εγγύς και απώτερο μέλλον. Αυτό κάνουν τα γειτονικά μας κράτη. Χαράσσουν εξωτερική πολιτική που λίγη σημασία δίνει στις ούτως ή άλλως ξεθυμασμένες ελληνικές αντιδράσεις. Mε την δικαιολογία ότι θα προστατεύσουν την «τουρκοκυπριακή μειονότητα», οι τούρκοι εισέβαλαν στην Κύπρο και κατέχουν το βόρειο τμήμα της από το 1974. Παρά τις φραστικές καταδίκες και τα ψηφίσματα του ΟΗΕ, η Κύπρος εξακολουθεί να βρίσκεται υπό κατοχή και χιλιάδες Έλληνες να είναι εκτοπισμένοι. Οι τούρκοι αντικαθιστούν τους μουσουλμάνους κυπρίους (εκ των οποίων οι περισσότεροι είναι Έλληνες εξισλαμισμένοι λόγω της άγριας φορολογίας που ευνοούσε τους μουσουλμάνους μεταξύ 16ου και 19ου αιώνα), με τούρκους της Ανατολίας, αλλά κανείς ανθρωπιστικός οργανισμός δεν συγκινείται.
Αντίθετα οι σύμμαχοι, προστάτες και εγγυητές βρετανοί συναλλάσσονται και νομιμοποιούν τα κατεχόμενα. Η απάντηση των ελλαδικών κυβερνήσεων ήταν να επιδοθούν σε σαφάρι εξοπλισμών. Μάλιστα κάποιοι Υπουργοί Αμύνης που υπέγραψαν τις χρυσοφόρες συμβάσεις έγιναν αρχηγοί κομμάτων. Στο μεταξύ αυξάνουν οι ενδείξεις ότι η Τουρκία αποκτά πυρηνικά όπλα. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση του Αμπντουλάχ Γκιουλ σε συνέντευξή του στην επιθεώρηση «Foreign Affairs» το 2013 στην οποία ο τούρκος ΠτΔ ανέφερε ότι «η Τουρκία δεν θα επιτρέψει μια γειτονική χώρα (εννοεί το Ιράν) να έχει όπλα που η ίδια δεν έχει».
Στην Συρία, η Ρωσία κατεβάζει δεκάδες πολεμικά αεροσκάφη για να στηρίξει τα ενεργειακά και οικονομικά συμφέροντά της, να τονώσει την παρουσία της στην Μέση Ανατολή, και να παίξει το χαρτί της θρησκείας ως επίδοξη προστάτιδα των Χριστιανών, υπερασπιζόμενη κάπως αργά, είναι η αλήθεια, τους εσταυρωμένους Χριστιανούς της Ανατολής. Η Ρωσία έρχεται έτσι για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο σε ευθεία αντίθεση με την συμμαχία ΗΠΑ-Αλ κάιντα-Ισλαμικού Χαλιφάτου έχει εξαπολύσει το αντάρτικο ενάντια στην κυβέρνηση Ασαντ. Ενώ Τουρκία, Συρία, Ρωσία, ακόμη και η Αλβανία και τα Σκόπια, ασκούν ενεργητική εξωτερική πολιτική, η Ελλαδική πολιτική δρα τόσο επιτυχημένα αντεθνικά που κάνει και εξαγωγές πολιτικών εγκεφάλων.
Ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής πολιτικής για την μετανάστευση, ο πολύς κύριος Αβραμόπουλος σε συνέντευξή του που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο Politico, στις 25-9, ανέφερε ότι οι Βρυξέλλες είναι οι μόνες που μπορούν να δώσουν λύση στο μεταναστευτικό πρόβλημα επειδή οι γραφειοκράτες της Ε.Ε. δεν ενδιαφέρονται να επανεκλεγούν από τους λαούς. «Για εμάς το πολιτικό κόστος δεν σημαίνει τίποτε», είπε ο επονομαζόμενος και «κ. Τίποτε». Οι αλαζόνες ευρωκράτες, ως οιονεί ηγεμόνες της πεφωτισμένης δεσποτείας των Βρυξελλών αποκαθηλώνουν την Δημοκρατία και τους θεσμούς των κρατών-μελών στο όνομα μιας μη εκλεγμένης υπερκυβέρνησης. Όπως προφητικά αναρωτήθηκε κάποτε ο Άγγλος πολιτικός των Εργατικών Τόνι Μπεν αναφερόμενος στην Ευρωπαϊκή Ένωση, το πρόβλημα με αυτήν θα είναι «Πώς θα μπορούν οι άνθρωποι να απομακρύνουν τους ανθρώπους της εξουσίας;».
Απέναντι στα αδιέξοδα αυτών που έφτιαξαν και συντηρούν τις υπερεθνικές δομές είτε ως καπιταλιστές είτε ως μαρξιστές, στέκονται οι Εθνικιστές. Απαλλαγμένοι από τις ιδεολογικές μονομανίες των πολιτικών τους αντιπάλων, και την κενή συνθηματολογία, με μαχητικότητα και σοβαρότητα, οι φωτεινές ψυχές ενός κόσμου χιλιετηρίδων που απειλείται από την ασιατική και αφρικανική πλημμυρίδα εισβάλλει στο ευρωπαϊκό έδαφος, στέκονται φύλακες και υπερασπιστές ενός παρελθόντος ακόμα ζωντανού, που όρισε τον πολιτισμό απέναντι στην βαρβαρότητα.
Το νεοταξίτικο σύστημα μπορεί να νομίζει ότι κερδίζει το πάνω χέρι, η Ιστορία άλλα δείχνει, όμως. Σε ολόκληρη την Ευρώπη οι Εθνικιστές και ιδιαίτερα οι νέοι, αυτοί που βλέπουν να κλέβουν τα όνειρά τους αδίστακτοι μετανάστες και παγκοσμιοποιητές, ενώνουν τις εμπειρίες και τις δυνάμεις τους απέναντι στον πόλεμο που έρχεται. Χρειαζόμαστε ο ένας τον άλλο, με διαφορετικούς τρόπους και για πολλούς λόγους.
Με τα λόγια του Carl Schmitt ενός από τους σημαντικότερους θεωρητικούς της πολιτικής τον αιώνα που πέρασε: «Θα ήταν λάθος να πιστέψουμε ότι ένας λαός μοναχός του θα μπορούσε να εξαλείψει τον διαχωρισμό μεταξύ φίλων και εχθρών διατρανώνοντας την φιλία του για όλον τον κόσμο, ή προχωρώντας σε εθελοντικό αφοπλισμό του. Όταν ένας λαός φοβάται να αντιμετωπίσει τους πιθανούς κινδύνους της πολιτικής του ύπαρξης, βρίσκεται ένας άλλος λαός που τον ελαφρύνει από αυτό το βάρος αναλαμβάνοντας την προστασία του απέναντι στους εξωτερικούς εχθρούς και κατά συνέπειαν αναλαμβάνοντας και την πολιτική του ύπαρξη. Και τότε ο προστάτης καθορίζει ποιος είναι ο εχθρός ισορροπώντας ανάμεσα στην προστασία και την υποταγή».
Δευτέρα, 5 Οκτωβρίου 2015