Μια πρώτη ανάλυση της ΕΣΕΕ για την κατανάλωση στη φετινή εορταστική αγορά

29

Επικεντρώνοντας την ανάλυση της κίνησης κατά την αγορά των Χριστουγέννων, κατά την οποία πολλές επιχειρήσεις λιανικού εμπορίου πραγματοποιούν εντός του Δεκεμβρίου ακόμα και το 20 με 25% του ετήσιου τζίρου τους, αξίζει να σημειώσουμε ότι η πλειονότητα των καταναλωτών ξεκίνησε τις αγορές το πρώτο δεκαπενθήμερο του Δεκεμβρίου, συνέχισε πολύ έντονα τη περίοδο 16-24 Δεκεμβρίου και μόνο το 11% θα κάνει τις αγορές της τελευταίας στιγμής τη περίοδο μεταξύ 27ης έως και τη 31η Δεκεμβρίου.

Η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών οικογενειών στράφηκε στα φυσικά καταστήματα και το παραδοσιακό εμπόριο, αφού το διαδίκτυο επιλέγεται μόνο για ιδέες και τιμές. Αναλυτικότερα, το που και πόσα θα ξοδέψει κανείς φέτος από τα 450 ευρώ συνολικών δαπανών, σύμφωνα με σχετική έρευνα, επιμερίζονται σε 157 ευρώ για φαγητό, 136 ευρώ για δώρα, 82 ευρώ για ταξίδια και 75 ευρώ για διασκέδαση.

Η πρώτη καταναλωτική προτίμηση για τις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς είναι τα είδη ρουχισμού και υπόδησης, η δεύτερη το φαγητό και το ποτό και η τρίτη κατηγορία κατά σειρά επιλογής, είναι τα βιβλία και τα παιχνίδια.

Πρώτες διαπιστώσεις από τη Κίνηση της αγοράς των Χριστουγέννων:

  1. Η βασική διαπίστωση είναι ότι η αγορά κινήθηκε σε γενικές γραμμές θετικά. Υπήρξαν όμως διαφοροποιήσεις μεταξύ τύπου καταστημάτων, είδους προϊόντων και food και non-food.
  2. Συνολικά η αύξηση σε σχέση με πέρσι ήταν περίπου της τάξης του +2,5%. Ωστόσο οι μεγάλες επιχειρήσεις έφτασαν και το 5-6%, ενώ οι περισσότερες επιχειρήσεις ένδυσης δήλωσαν μειώσεις ακόμα και μέχρι -12%, ίσως λόγω των επικείμενων εκπτώσεων που είναι πολύ κοντά στην εορταστική περίοδο.
  3. Σε ορισμένες «κατηγορίες» ειδών όπως πχ λευκές συσκευές η αύξηση ήταν ίσως μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, όπως και σε είδη με πολύ χαμηλές τιμές, παιχνίδια και βιβλία. Για τα περιφερειακά και συνοικιακά εμπορικά καταστήματα και εκείνα με ακριβότερα είδη τα πράγματα ήταν δυσμενέστερα.
  4. Στον κλάδο των τροφίμων είναι πολύ δύσκολο να διαμορφωθεί μια καθαρή εκτίμηση της εικόνας εξαιτίας δύο δεδομένων: οι «τεκτονικές» αλλαγές που προκλήθηκαν από την εξαγορά του Μαρινόπουλου από τον Σκλαβενίτη αλλά και του Βερόπουλου από τη My market καθώς και το γεγονός ότι πολλοί «Αθηναίοι» μετακινήθηκαν στην περιφέρεια και έτσι έκαναν τις Χριστουγεννιάτικες αγορές τροφίμων σε τοπικές αγορές.
  5. Η πρώτη προτίμηση για δώρα στις εορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ήταν για άλλη μία χρονιά τα είδη ρουχισμού και υπόδησης, η δεύτερη το φαγητό και το ποτό και η τρίτη κατηγορία κατά σειρά επιλογής ήταν τα βιβλία και τα παιχνίδια, ενώ ακολούθησαν τα καλλυντικά και οι ηλεκτρονικές συσκευές.
  6. Όσοι αναφέρθηκαν σε μία ουτοπική αύξηση χριστουγεννιάτικου τζίρου 20-25%, μάλλον τους διέφυγε η υποδιαστολή, αφού το 2,5% είναι πιο ρεαλιστικό. Αυτά τα ποσοστά δεν υπάρχουν στην αγορά & εάν προέκυπταν θα ήταν χριστουγεννιάτικο θαύμα.
  7. Τέλος, το 15% των Ελλήνων δυστυχώς δεν μπόρεσε να αγοράσει χριστουγεννιάτικα δώρα και αυτό δεν πρέπει να το ξεχνά κανείς. Πάντως παρά τη παρατεταμένη οικονομική κρίση, και όσων έχουν υποστεί οι Έλληνες τα τελευταία οκτώ χρόνια, είναι γεγονός ότι οι γιορτινές μέρες άλλαξαν έστω και για λίγο τη ψυχολογία του κόσμου.

Περισσότερα οικονομικά στοιχεία

Σύμφωνα με τη κίνηση στην αγορά τις ημέρες του εορταστικού ωραρίου και την ικανοποιητική κίνηση τα Χριστούγεννα, ο τζίρος των Χριστουγέννων κινήθηκε περίπου κατά 2-2,5% καλύτερα, από τα περυσινά επίπεδα. Ο εποχιακά διορθωμένος τζίρος του Δεκεμβρίου το 2017, θα κυμανθεί κοντά στα περυσινά 3,5 δις ευρώ, αλλά βεβαίως πολύ μακριά από τα 5,37 δις ευρώ τζίρου το 2009. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ και τις εκτιμήσεις του Ινστιτούτου της ΕΣΕΕ ο γενικός τζίρος του Δεκεμβρίου αναμένεται να κλείσει στα 4,09 δις ευρώ από τα 4,03 δις ευρώ πέρυσι. Η σωρευτική μείωση επταετίας του χριστουγεννιάτικου τζίρου, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών (ΙΝΕΜΥ), υπολογίζεται στο -35,2% με απώλειες 1,9 δις ευρώ. Σε ετήσια βάση μπορεί, τα στοιχεία του 2017, να δείχνουν σταθεροποίηση του επιπέδου τζίρου λιανικής στα 42 δις ευρώ σε σύγκριση με τα 41,4 δις ευρώ πέρυσι, εκτιμώντας μία αύξηση 1,5% και επιβεβαιώνοντας εν μέρει τις προβλέψεις. Βεβαίως ακόμα εκκρεμεί να διαπιστώσουμε τη διάρκεια και την ανθεκτικότητα της καταναλωτικής δαπάνης.

Επισημαίνεται ότι η εν γένει πορεία του τζίρου στα καταστήματα λιανικής, επηρεάζεται εν πολλοίς από τη πληθώρα φορολογικών υποχρεώσεων, ύψους 4 δις ευρώ, που πρέπει να διευθετηθούν από 6 εκ. φορολογούμενους, έως το τέλος του έτους. Η φοροκαταιγίδα του Δεκεμβρίου περιλαμβάνει τη τελευταία δόση του φόρου εισοδήματος και ΕΝΦΙΑ, τη μηνιαία δόση στο πλαίσιο ρύθμισης ληξιπρόθεσμων οφειλών, τη καταβολή παρακρατούμενων φόρων από τις επιχειρήσεις, τον ΦΠΑ και το ΦΜΥ, καθώς τη πληρωμή των τελών κυκλοφορίας 2018. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ευτυχώς τα 1,6 δις ευρώ που διοχετεύτηκαν στην οικονομία από τη χορήγηση του δώρου Χριστουγέννων σε 1,9 εκ. εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, αλλά δυστυχώς λόγω της υπερφορολόγησης τα περισσότερα δεν έφτασαν στην εορταστική αγορά.

Οι δαπάνες των ελληνικών νοικοκυριών μεταξύ 2010 και 2017, μειώθηκαν κατά 31 δις ευρώ και η ιδιωτική κατανάλωση από τα 152 δις ευρώ στα 121 δις ευρώ, όταν το εισόδημα των Ελλήνων, δεν υπερβαίνει ετησίως τα 114 δις ευρώ. Επειδή λοιπόν εισόδημα και κατανάλωση είναι συγκοινωνούντα δοχεία, αυτό σημαίνει ότι πολλές οικογενειακές υποχρεώσεις καλύπτονται από τις αποταμιεύσεις των νοικοκυριών στις τράπεζες και αλλού. Ετήσια αύξηση 40% παρατηρείται επίσης στη χρήση πλαστικού χρήματος, αφού σχεδόν το 60% χρησιμοποιεί χρεωστικές κάρτες, ενώ μετά από αρκετό καιρό παρατηρείται και αύξηση 15% στη χρήση πιστωτικών καρτών.

Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Ευρώπη σήμερα η ετήσια ονομαστική κατά κεφαλήν καταναλωτική δαπάνη είναι 20.000 € στην ΕΕ 27 και 21.413 € στην Ευρωζώνη, ενώ στην Ελλάδα 12.940 €. Από τα επίσημα στοιχεία συνάγεται το συμπέρασμα πως η εγχώρια καταναλωτική δαπάνη αντιστοιχεί στο 65% του κοινοτικού μέσου όρου των 27 χωρών και στο 60% των κρατών της ευρωζώνης. Όμως τη περίοδο των Χριστουγέννων, οι Έλληνες καταφέραμε να ανατρέψουμε πολλά στατιστικά και οικονομικά δεδομένα. Παρά το γεγονός ότι 6 στους 10 Έλληνες καταναλωτές φοβήθηκαν να μην υπερβούν το διαθέσιμο οικογενειακό μπάτζετ και οι 2 στους 10 αισθάνονται άγχος και πίεση να καλύψουν τις εορταστικές υποχρεώσεις, εντούτοις η πλειοψηφία του 51% των Ελλήνων εστιάζει στην εύρεση όμορφων δώρων για τα συγγενικά και φιλικά τους πρόσωπα από μικρούς εμπόρους που διαθέτουν ασυνήθιστα και ξεχωριστά είδη, με τη συνολική δαπάνη να φθάνει ακόμα και τα 240 ευρώ.